Δευτέρα 31 Μαρτίου 2014

ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΣΕ ΟΣΟΥΣ ΕΥΚΟΛΑ ΚΡΙΝΟΥΝ...

Αυτο το συγκλονιστικο κειμενο το βρηκα στον Ανεμο. Αν και σημερα ηθελα να γραψω για τα μαθητικα μου χρονια, συμμετεχοντας στην πρωτοβουλια της Πετρας, μολις διαβασα συγκλονιστικα, ενιωσα πως αυτο πρεπει να το διαβασουν οσο γινεται περισσοτεροι!


Τον εχθρό μόνο εμείς τον ξέρουμε γιατί εμείς πολεμάμε.


ΜΠΕΣΣΥ ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ
https://www.facebook.com/besyAgelopoyloy
Ύψωμα Ελλάδα
Όλοι μας χλευάζουν ότι είμαστε ένας λαός του καναπέ, που δεν θέλει να πάρει στα χέρια του την μοίρα της πατρίδας του.
Μας κουνάνε το δάκτυλο που δεν κάναμε ένοπλο αγώνα ενάντια στον εχθρό, που δεν μπουκάραμε στο κοινοβούλιο, που δεν βάλαμε βόμβες και δεν πήραμε κεφάλια.
 Οι αναλυτές του καναπέ προκαλούν χωρίς να πουν όμως ποιος είναι ο εχθρός.
Έτσι στο χαμό να βγούμε με τα χασαπομάχαιρα στον δρόμο απλά για να κάνουν αυτοί χάζι στην αρένα των τηλεοράσεων.
 Τον εχθρό μόνο εμείς τον ξέρουμε γιατί εμείς πολεμάμε.
Κάθε μέρα τρέχουμε ανάμεσα σε ναρκοπέδια και φυλάμε τα νώτα μας όταν βρίσκουμε τρύπα να ξεκουραστούμε μη και μας πιάσουν στον ύπνο οι φύλακες της Δημοκρατίας τους και μας μπουζουριάσουν νωρίτερα από ό,τι θα περιμέναμε για χρέη που μας φόρτωσαν καταδικάζοντάς μας για εσχάτη προδοσία.



Κάθε μέρα μειώνουμε τα γραμμάρια ανθρώπινης χαράς για να βγει ο λογαριασμός στα φάρμακα ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που όταν είναι να διανύσουμε μεγάλη απόσταση για ένα μεροκάματο -έξι μέσα στο αμάξι- το μάτι μας δεν είναι στον δρόμο αλλά στον δείκτη της βενζίνης που ανάβει λαμπάκι και δεν βγαίνει ο γαμημένος ανήφορος 20 χιλιομέτρων με τα πόδια στις 5 το πρωί με παγωνιά.
 Είναι ο τρίτος χειμώνας που κάνουμε μπάνιο με παγωμένο νερό ενώ νομίζουμε ότι κοροϊδεύουμε τα παιδιά μας λέγοντας ότι τα δώρα δεν έχουν αξία, παρά μόνο η αγκαλιά.
 Τα δικά μας παιδιά μόνο αγκαλιά παίρνουν εδώ και 4 χρόνια, ενώ εμείς την ίδια στιγμή τραβάμε τα μάτια μας από ντροπή και τα κολλάμε στο πάτωμα.
Πριν μας κατηγορήσουν οι άνετοι της ζωής ότι όπλο δεν πήραμε ας έρθουν μία φορά στις πολλοστές που έχουμε ζήσει όταν οι γέροι γονείς ανοίγουν το πορτοφόλι να τσοντάρουν από την πετσοκομμένη σύνταξή τους για το απλήρωτο ρεύμα και το νερό. Είναι από τις πολλές στιγμές που λες ότι ο πόλεμος της αναξιοπρέπειας είναι ο πιο σκληρός από όλους. Σε αυτόν πολεμάμε.
Ό,τι κι αν κάνουμε κάθε μέρα προσέχουμε να μην χτυπήσουμε, να μη πονέσει το δόντι μας, μην πάθουμε κολικό, μην σπάσουμε χέρι γιατί ξέρουμε ότι για μας νοσοκομείο δεν έχει. Η ιδέα ότι μπορεί μία βαριά ασθένεια να σου χτυπήσει την πόρτα είναι αυτή που σού σπάει τον τσαμπουκά και όταν σου καρφωθεί στο κεφάλι είναι σαν να έχεις φάει σφαίρα από ακροβολισμένο καθίκι που σε έχει βάλει στο στόχαστρο. Σε τέτοιον πόλεμο πολεμάμε.
Ανάμεσα σε όλα αυτά, τα καθημερινά που ξεσκίζουν την καρδιά περισσότερο από ό,τι θα πετσόκοβε το κορμί μας μια νάρκη, είναι που κάθε βράδυ πριν κλείσουμε κατ' ανάγκη τα μάτια μας έρχεται και σε χαστουκίζει η ευθύνη για την πατρίδα. Ρίχνεις την κουβέρτα σαν αδιάβροχο πάνω στους ώμους και γυροφέρνεις στο παγωμένο σπίτι, σαν στρατιώτης σε παγωμένο βουνό καταδικάζοντας τον εαυτό σου που σήμερα εσύ έζησες αλλά χάθηκε ένα κομμάτι ακόμα Ελλάδας. Αυτός είναι ο δικός μας πόλεμος.
Έχουμε αρχίσει να μαθαίνουμε να αποχαιρετάμε αδελφούς και φίλους που σαν να είναι ακρωτηριασμένοι στρατιώτες αφήνουν το πεδίο της μάχης Ελλάδα να βρουν μεροκάματο στην άκρη της γης.
Αυτοί είναι οι πιο άτυχοι από όλους μας διότι ξέρουν ότι δεν θα δουν το τέλος αλλά δεν θα ξαναδούν την Ελλάδα όπως την γνώριζαν. Η Ελλάδα θα πεθάνει μαζί με μας τους τελευταίους που ξέρουμε ότι δεν θα αντέξουμε να κρατάμε ακόμα για πολύ.
Η ήττα μας είναι σίγουρη. Το βλέπουμε στα πρόσωπα των θριαμβευτών πολιτικών άκαπνων σωτήρων, πληρωμένων προδοτών και αθάνατων γειτόνων που αλαλάζουν με την ψήφο στο χέρι σαν τις πουτάνες της Κατοχής του '40 την ώρα που έφθαναν οι αξιωματικοί των Ες Ες με σοκολάτες και ψωμί για να το γλεντήσουν.
Εμείς οι Έλληνες, των πρώτων δεκαετιών του 21ου αιώνα -μικροί, ήσυχοι και αόρατοι- την ήττα μας πολεμήσαμε. Και ήμασταν άριστοι στρατιώτες.
Υψωμα Ελλάδα

Καλημερα, καλη εβδομαδα και πεταλουδισια φιλια σε ολους!

Τετάρτη 19 Μαρτίου 2014

ΙΣΤΟΡΙΩΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ

Καλησπερα!
Σημερα, αρρωστουλα καθως ειμαι, εμεινα σπιτι και κανω αφωνια, γιατι η φωνη δεν βγαινει με τιποτα και πνιγομαι στο βηχα. Βρηκα λοιπον ευκαιρια να συνεχισω καποιες ιστοριες για το αλλο μου μπλογκ, το BUTTERFLY'S STORIES.
Σημερα λοιπον, μπορειτε να διαβασετε δυο Αποσπασματα απο το ημερολογιο της Ελλης, με τιτλο:
ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΣΟΥ
ΚΕΒΙΝ
Υπενθυμιζω πως ολες οι ιστοριες του ημερολογιου ειναι βασισμενες σε αληθινα γεγονοτα που ειτε εχω ζησει η ιδια ειτε μου εχουν διηγηθει τριτοι. Θελω ξανα να προσκαλεσω οποιον η οποια θελει να μου στειλει την δικη του/της ιστορια με μεηλ και να αποπειραθω να τη μεταφερω ως μυθοπλασια, με απολυτη εννοειται εχεμυθεια!

Επισης, μετα απο πολλους μηνες, η συνεχεια της ιστοριας ΣΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ, υπ' αριθμον 15, με τιτλο:
ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗΣ.
Ολα τα μερη της ιστοριας θα τα βρειτε εδω.

Καλη αναγνωση σας ευχομαι κι ελπιζω να διαβασω τα σχολια σας ειτε εκει ειτε εδω, για μενα η γνωμη σας ειναι σημαντικη!

Πεταλουδισια φιλια σε ολους!

Σάββατο 15 Μαρτίου 2014

Ο ΛΥΚΟΣ ΠΟΥ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΓΙΑΤΡΕΥΕΙ ΤΟΝ ΠΟΝΟ

 

Με το μικρο αυτο παραμυθι ελαβα μερος στο 6ο Παιζοντας με τις λεξεις, στο μπλογκ της Φλωρας. Η ιστορια ξεκινησε οταν ο γιος μου, διαβαζοντας για την κοκκινοσκουφιτσα και τα επτα κατσικακια, αρχισε να θεωρει τους λυκους κακα πλασματα που θελει να τα σκοτωσει! Θελησα λοιπον να του δειξω οτι, ακριβως οπως στον κοσμο των ανθρωπων, υπαρχουν καλοι και κακοι λυκοι, οτι κανενα ειδος στον κοσμο δεν περισσευει, αντιθετα πρεπει να σεβομαστε καθε μορφη ζωης...αλλα να αποφευγουμε τις κακες παρεες! Κι ετσι, γεννηθηκε η ιδεα ενος καλου λυκου, ενος λυκου που οχι μονο δεν ηθελε να φαει τα αλλα ζωακια, αλλα ηθελε να τα ευεργετησει.
Το παραμυθι στην πραγματικοτητα ειναι μεγαλυτερο, εχει καποιες λεπτομερειες για τη ζωη στο δασος και καποιους παραπανω διαλογους και περιγραφες, αλλα χαρην του παιχνιδιου, το μικρυνα λιγακι, αν και παλι δεν καταφερα να μεινω στο οριο των λεξεων.
Παρολα αυτα, η Φλωρα δεχτηκε να το δημοσιευσει και την ευχαριστω πολυ για αυτο! Ετσι σημερα, με χαρα παραλαμβανω το βραβειο συμμετοχης και σας παρουσιασζω το παραμυθι που εγραψα για το γιο μου, οπως το εστειλα στο παιχνιδι.

Ο λύκος που ήθελε να γιατρεύει τον πόνο.
Μια φορά κι έναν καιρό, σε ένα πανέμορφο δάσος, ζούσαν πολλά ζώα. Λαγοί, σκαντζόχοιροι, σκιουράκια, κάστορες και άλλα πολλά. Ανάμεσά τους, ζούσε και μια οικογένεια λύκων. Η μαμά, ο μπαμπάς και ένα μικρό λυκάκι.
Μια μέρα, το λυκάκι βρήκε στο δάσος πεταμένη μια βαλίτσα γεμάτη με βιβλία και την πήρε στο σπίτι του. Το πρώτο βιβλίο που άνοιξε ήταν γεμάτο εικόνες. Έδειχνε διάφορα ζώα που είχαν τραυματιστεί και κάποιος είχε γιατρέψει τα τραύματά τους. Τις κοίταξε μία προς μία με θαυμασμό και καταλάβαινε ότι είχε μπροστά του κάτι πολύ σπουδαίο, αν και δεν ήξερε ακριβώς τι. Αποφάσισε να ρωτήσει τους γονείς του ποιος είχε περιποιηθεί αυτά τα ζώα και γιατί. Μόλις είδαν τις εικόνες, του είπαν πως ένας γιατρός, ένας κτηνίατρος είναι αυτός που μπορεί να κάνει καλά τις αρρώστιες των ζώων και να τα βοηθάει να μην πονάνε. Ενθουσιασμένος ο μικρός λύκος, ανακοίνωσε με στόμφο ότι μόλις κι αυτός μεγαλώσει θα γίνει κτηνίατρος. Στην αρχή, ο λύκος και η λύκαινα γέλασαν μαζί του και δεν του έδωσαν σημασία. Ο μικρός όμως το είχε βάλει πείσμα. Όπου στεκόταν και βρισκόταν έλεγε πως θα πάει να σπουδάσει να γίνει γιατρός. Τα ζώα του δάσους  τον κορόιδευαν. «Όλα τα ‘χε η Μαριωρή, ο φερετζές της έλειπε!» του έλεγαν περιπαιχτικά. «Έχεις δει εσύ ποτέ λύκο να πηγαίνει στο πανεπιστήμιο; Αυτά είναι για τους ανθρώπους!» Το λυκάκι όμως δεν είχε σκοπό να το βάλει κάτω. Κάθε βράδυ, όταν όλοι κοιμόνταν, εκείνο μελετούσε  σκληρά ό,τι έπεφτε στα χέρια του. Με κόπο πολύ, κατάφερε τελικά να μάθει να διαβάζει, να γράφει και να μιλάει τη γλώσσα των ανθρώπων. Ακόμα, έμαθε μαθηματικά, φυσική, βιολογία και χημεία. Τα χρόνια πέρναγαν και το λυκόπουλο μεγάλωνε, μελετώντας διαρκώς. Όταν πια ενηλικιώθηκε, πήρε τα βιβλία του, το χαρτζιλίκι  που μάζευε όλα αυτά τα χρόνια και κίνησε στα κρυφά για την πόλη.
Όταν έφτασε εκεί, οι άνθρωποι δεν τον καλοδέχτηκαν. Φοβήθηκαν πως είχε έρθει να τους κάνει κακό ή να τους ρημάξει το βιος. Ο λύκος όμως, τους μίλησε με ανθρώπινη λαλιά και τότε εκείνοι παραξενεμένοι, στάθηκαν να τον ακούσουν.
«Δεν έχω έρθει να σας πειράξω, μη φοβάστε. Θέλω μόνο να γιατρεύω τον πόνο. Ήρθα να σπουδάσω, να γίνω γιατρός.»
Οι άνθρωποι τότε ξέσπασαν σε γέλια! «Άκου γιατρός! Μα καλά, έχεις δει εσύ ποτέ ζώο στο πανεπιστήμιο; Αχαχαχαχαχα!»
Ο λύκος που ήταν έξυπνος και ετοιμόλογος τους είπε «Γιατί μήπως έχετε δει εσείς ξανά ζώο να μιλάει τη γλώσσα των ανθρώπων;» Μιλιά οι κάτοικοι της πόλης. Σαν να τους αποστόμωσε κομματάκι. «Θέλω μόνο μια ευκαιρία. Βάλτε με να κάνω ό,τι θέλετε, να λύσω τα πιο δύσκολα προβλήματα, ό,τι μου ζητήσετε θα το κάνω και θα σας αποδείξω ότι μπορώ να τα καταφέρω. Θέλω  μόνο μια ευκαιρία…» είπε και δάκρυα άρχισαν να πλημμυρίζουν τα μάτια του. Οι άνθρωποι  συγκινήθηκαν και τον άφησαν να σπουδάσει. Ο λύκος αποδείχτηκε εξαιρετικός σπουδαστής. Αρίστευσε σε όλα τα μαθήματα κι έγινε σιγά σιγά αγαπητός κι αποδεκτός από όλους.
Όταν τελείωσε την Ιατρική, μάζεψε τα πράγματά του και συγκινημένος αποχαιρέτισε τους φίλους του και ξεκίνησε για το σπίτι του στο δάσος. Μόλις έφτασε, τα υπόλοιπα ζώα σχεδόν δεν τον αναγνώρισαν τόσο που είχε αλλάξει. Οι γονείς του πήραν τέτοια χαρά, που έστησαν γλέντι τρικούβερτο!
Ο καλός μας λύκος, έφτιαξε ένα ιατρείο και βοηθούσε αφιλοκερδώς όλα τα άρρωστα ζώα. Κανείς ποτέ πια δεν τον κορόιδεψε. Όλοι μιλούσαν με θαυμασμό για το μικρό λύκο που είχε κυνηγήσει τα όνειρά του και με το πείσμα και την επιμονή του τα κατάφερε!
Όταν πέθανε, γέρος πια και πολύ ευτυχισμένος, τον έβαλαν σε ένα όμορφο σπιτάκι στο δάσος κι έγραψαν απ’ έξω « Εδώ κοιμάται ο λύκος που ήθελε να γιατρεύει τον πόνο».
 
 Καλο Σαββατοκυριακο σε ολους! Πεταλουδισια φιλια!


Τετάρτη 12 Μαρτίου 2014

AND THE OSCAR GOES TO... BUTTERFLY!!!



Η γλυκυτατη Λιζα, απο το μπλογκ Η Λιζα και ολοι οι αλλοι, αποφασισε φετος να διοργανωσει μια δικη της απονομη Οσκαρ! Και αποφασισε να βραβευσει εμενα (τρεμε Αριστεααααα!!! Χαχαχα!) με το Οσκαρ πιο ευαισθητοποιημενου μπλογκ, γεγονος που με τιμα αφανταστα!
Αντιγραφω απο το μπλογκ της:

Όσκαρ πιο Ευαισθητοποιημένου Μπλόγκ http://butterfly-butterflysworld.blogspot.gr/


Σύζυγος, μητέρα, φιλάνθρωπος.. Είναι δυνατόν να μην έχω συνδέσει στο μυαλό μου το ιστολόγιο της ως το πιο ευαισθητοποιημένο; Μια πολύ αγαπημένη μπλογκερ -η γλυκιά μας πεταλούδα- που φωτίζει τις αναρτήσεις μας πάντα με τα όμορφα της σχόλια και τα πεταλουδίσια φιλιά της!






Αφου λοιπον παρελαβα το αγαλματιδιο μου, θελω να ευχαριστησω τον μπαμπα μου και τη μαμα μου! Θελω να ευχαριστησω το Θεουλη που με εκανε τοσο υπεροχη! Και που εφτιαξε το διαδικτυο για να εχετε ολοι εσεις την ευκαιρια να με διαβαζετε! Αχαχαχαχαχα!

Λιζακι μου σε ευχαριστω πολυ! Για την αγαπη ολα αυτα τα χρονια και για τα ομορφα σου λογια!

Πεταλουδισια φιλια σε ολους!

Δευτέρα 10 Μαρτίου 2014

ΓΙΑ ΤΟ ΣΤΕΦΑΝΟ... ΕΠΕΙΓΟΝ!!!

Αντιγραφω απο την Πετρα:
Επειδή μιλάμε για τη ζωή ενός δεκαενιάχρονου αγοριού συγκεκριμένα για έναν φίλο και πρώην συμμαθητή του γιου μου, στον οποίο διεγνώσθη καρκίνος πριν λίγο καιρό. Οι φίλοι 
και συμμαθητές του είναι σε κατάσταση σοκ, παράλληλα όμως ανέλαβαν να κινητοποιήσουν όσους μπορούν, σε σχέση με άμεση οικονομική βοήθεια, καθώς, εντός μιας εβδομάδας θα χρειαστεί επειγόντως χειρουργική επέμβαση κι οι γονείς δεν διαθέτουν τα χρήματα. Έχει ανοίξει ένας τραπεζικός λογαριασμός στο όνομα του παιδιού, τον οποίο παραθέτω παρακάτω.

Κάνω έκκληση για άμεση οικονομική βοήθεια ο,τι έχει ο καθένας μας από το υστέρημα του!
Γνωρίζουμε όλοι την οικονομική δυσπραγία που επικρατεί σε πάρα πολλές οικογένειες και η οικογένεια του Στέφανου είναι αντιμέτωπη με την πιο δύσκολη, όσο και δυσάρεστη στιγμή. 
Θα σας δώσω τα στοιχεία του λογαριασμού τραπέζης που έχει ανοιχτεί στο όνομα του παιδιού κι επειδή δεν έχω προλάβει να συλλέξω περαιτέρω πληροφορίες, λόγω του επείγοντος, θα σας τροφοδοτώ με οτιδήποτε χρήσιμο, κάθε φορά που θα μαθαίνω κάποιο νέο από τους φίλους του Στέφανου. Σας θερμοπαρακαλώ όποιος προτίθεται να βοηθήσει, ας το κάνει ΑΜΕΣΑ!
Υ.Γ Όταν ρώτησα τον γιο μου αν γνωρίζει και κάποια άλλα στοιχεία να παραθέσουμε για την κατάσταση της υγείας του Στέφανου, μου απάντησε αφοπλιστικά: "δεν αρκεί η ηλικία του;;"...

ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΧΟΝΙΑΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ

IBAN: 
GR9201714420006442122811977

swift-bic ΠΕΙΡΑΩΣ: PIRBGRAA
 
Νομιζω ο γιος της εδωσε την πιο αποστομωτικη απαντηση! Οποιος θελει, οποιος εχει, ο,τι εχει! Να μην ξεχναμε οτι ειμαστε ανθρωποι, κοντρα στην εποχη, οτι παλευουμε για να ειναι για ολους τα αυτονοητα αυτονοητα!

Τρίτη 4 Μαρτίου 2014

ΔΕΚΑΠΕΝΤΕ ΣΥΝ ΕΝΑΣ ΜΠΛΟΓΚΕΡ... ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΓΑΠΗΣ

Το πρώτο μέρος της ιστορίας από τον Πέτρο.
Το δεύτερο από την Αριστέα.

Και συνεχίζω εδώ με το τρίτο μέρος

Ακατανίκητη έλξη

Της άναψε το τσιγάρο κι έτεινε το χέρι του προς το μέρος της.
-Στέλιος, συστήθηκε.
-Βάσια, χάρηκα
Η χειραψία του, δυνατή και ζεστή, της έκανε εντύπωση. Το άγγιγμα των δαχτύλων του, αν και τραχύ, της προκάλεσε ανατριχίλα σε όλο το κορμί κι έβαψε τα μάγουλά της κόκκινα με μια έξαψη πρωτόγνωρη. Τον παρατήρησε για λίγο. Ήταν άνθρωπος του μόχθου και φαινόταν. Τίποτα δεν του είχε χαριστεί. Τα ρούχα του, φτωχικά και απλά. Ένα μπλε τζιν, γκρι καρό πουκάμισο, μαύρα μποτάκια και μαύρο κοτλέ σακάκι. Όλα πολυκαιρισμένα, αλλά πεντακάθαρα και καλοσιδερωμένα φροντισμένα με επιμέλεια. Στα μαλλιά του είχαν ήδη εμφανιστεί, πολύ πρώιμα είναι η αλήθεια, οι πρώτες γκρίζες τρίχες. Όμως αυτό που τη μαγνήτισε περισσότερο ήταν το βλέμμα του, έντονο και βαθύ, την απογύμνωνε με την καθαρότητά του. Κι όμως μέσα του διέκρινε καθαρά κάποιες ρωγμές, σαν αυτές που αφήνουν τα παλιά τραύματα.
-Λοιπόν, εγώ να πηγαίνω τώρα.Να πηγαίνει; Πού; Κιόλας; Ακόμα δεν ήρθε! Πανικοβλήθηκε! Με ένα θάρρος πρωτόγνωρο για το χαρακτήρα της, ακούμπησε το μπράτσο του.
-Έλεγα να τσιμπήσω κάτι. Μήπως θα ήθελες να μου κάνεις παρέα;
Το χαμόγελό του τη ζέστανε σαν τον ανοιξιάτικο ήλιο.
-Θα το ήθελα πολύ... αν με αφήσεις να κεράσω...
Η πρότασή του την ξάφνιασε. Ήξερε από τον κυρ- Μιχάλη πόσο δύσκολα τα έφερνε βόλτα. Στην αρχή πήγε να αρνηθεί, αλλά τελικά αποφάσισε να μην τον προσβάλει.
-Υπό έναν όρο! Μετά κερνάω παγωτό!
-Φύγαμε!
Ξεκίνησαν να περπατούν δίπλα δίπλα, σαν δυο παλιοί γνώριμοι. Αποφάσισαν να μην καθίσουν κάπου, αλλά να περπατήσουν στα στενά της Πλάκας, τρώγοντας κάτι πρόχειρο. Μετά τις αρχικές της αντιρρήσεις, ο Στέλιος την έπεισε τελικά να δοκιμάσει το διάσημο κεμπάπ του Θανάση, το οποίο ομολογουμένως ήταν πεντανόστιμο. Συνέχισαν τη βόλτα τους στην παλιά Αθήνα. Η μέρα ήταν ηλιόλουστη κι ο ένας δε χόρταινε την παρέα του άλλου. Ανηφόρισαν προς τα γραφικά Αναφιώτικα. Η Βάσια ένιωθε πως αν την άφηνες εκεί σίγουρα θα χανόταν. Ο Στέλιος όμως έμοιαζε να γνωρίζει σπιθαμή προς σπιθαμή κάθε στενό.Ρωτώντας τον, έμαθε πως εκεί είχε περάσει όλη του τη ζωή, το πατρικό του σπίτι ήταν μόλις λίγα στενά παρακάτω, ένα μικρό κτίσμα με δυο δωμάτια και κήπο. Όσο ζούσε η μάνα του ο κήπος μοσχομύριζε από τις γαρδένιες, τις φρέζες και τα μυρωδικά. Μετά το θάνατό της, όλα ρήμαξαν. Από τότε που αρρώστησε κι ο πατέρας του και μπήκε στην κλινική, μόλις και μετά βίας το συντηρεί ο ίδιος, όχι δηλαδή σπουδαία πράγματα, απλά να είναι όσο δυνατόν καθαρό και τακτοποιημένο. Σε μια στιγμή, καθώς είχαν σταθεί και θαύμαζαν τις ολάνθισες βουκαμβίλιες, την τράβηξε σιγανά, την ακούμπησε με την πλάτη στον τοίχο, έκυψε και τη φίλησε απαλά. Όταν είδε πως δεν προέβαλε καμιά αντίσταση, έβαλε τα μάγουλά της ανάμεσα στα χέρια του και τη φίλησε ξανά, αυτή τη φορά πιο έντονα, πιο βαθιά κι απέμεινε μετά να την κοιτάζει επίμονα, με το πρόσωπό του κολλημένο στο δικό της. Λόγια δεν ειπώθηκαν, παρά μόνο ένας μυστικός διάλογος άρχισε ανάμεσα στα βλέμματα. "Τι θες απο μενα;" "Εσένα" "Φοβάμαι"" Κι εγώ" " Εισαι αλλιώτικος από όσους έχω γνωρίσει" " Κι εσύ τόσο διαφορετική από τις γυναίκες που ε΄χω συναντήσει" " Και τώρα;" " Σε θέλω" " Κι εγώ"...
Την πήρε από το χέρι και συνέχισαν να περπατάνε χωρίς να μιλάνε. Άνοιξε την καγκελόπορτα του κήπου κι εκείνη έτριξε. Ναι, η εγκατάλειψη ήταν εμφανής, όμως μια μυρωδιά καθαριότητας απλωνόταν στο χώρο. Μπηκαν στο σπίτι, την οδήγησε στην κάμαρά του. Άρχισε και πάλι να τη φιλάει, στα μάτια, στα μαλλιά, στο λαιμό, στα χέρια. Βάλθηκε να ξεκουμπώνει ένα ένα τα κουμπιά του λευκού της πουκάμισου και κάθε επαφή με το δέρμα της την έκανε να καίγεται ολόκληρη. Πέρασε τα δάχτυλά της μέσα από τα μαλλιά του, άγγιξε το στέρνο του και μια μεγάλη ουλή στα αριστερά κάτω από το στήθος - θα τον ρωτούσε για αυτό αργότερα- έσκυψε πάνω του και ρούφηξε τη μυρωδιά του. Τα χάδια εναλλάσσονταν με τα φιλιά και αυτά έδιναν τη σειρά τους στα λόγια, τους ψίθυρους και τους αναστεναγμούς. Έκαναν έρωτα σαν να ήταν κι οι δυο λευκά χαρτιά, που για πρώτη φορά κάποιος έγραφε πάνω τους, τόσο απλά αλλά και τόσο βίαια, από τον κατακλυσμό των συναισθημάτων που τους έπνιγε. Αφέθηκαν σώμα και ψυχή στο ταξίδι κι όταν τελικά έγιναν ένα, απολύτως ένα, αποκοιμήθηκαν αποκαμωμένοι.
Όταν ξύπνησε, είχε ήδη νυχτώσει. Άναψε το φωτιστικό στο κομοδίνο, ψηλαφίζοντας. Τον κοίταξε να κοιμάται δίπλα της, τόσο γαλήνιος, τόσο υπέροχα παραδομένος, τόσο όμορφος. Δε θέλησε να τον ξυπνήσει. Πάνω στο κομοδίνο είχε ακουμπήσει τα τσιγάρα του.Έστριψε ένα, αλλά ο αναπτήρας δεν ήταν μέσα στο πακέτο. Άνοιξε το συρτάρι του κομοδίνου να δει μήπως είχε κανέναν εκεί ξεχασμένο. Ψάχνοντας, έπιασε κάτι μεταλλικό και στρογγυλό. Ένα δαχτυλίδι ίσως; Το έβγαλε, μη μπορώντας να αντισταθεί στην περιέργεια. Ήταν όντως ένα δαχτυλίδι χρυσό, για την ακρίβεια μια χρυσή βέρα. Στην εσωτερική πλευρά χαραγμένη η αφιέρωση "Μαρίνα & Στέλιος...Για πάντα μαζί..."
Ξαφνικά, το δωμάτιο γύρω της πάγωσε, οι τοίχοι άρχισαν να την πλησιάζουν επικίνδυνα, ο αέρας λιγόστευε, δεν μπορούσε να αναπνεύσει. Μάταια προσπαθούσε να πρυτανεύσει μέσα της η λογική, ότι κάποια εξήγηση θα υπήρχε, δεν μπορεί, αν τον ξυπνούσε, αν τον ρωτούσε... Όχι, όχι! Έπρεπε να φύγει από εκεί μέσα αμέσως! Ντύθηκε βιαστικά μέσα στο σκοτάδι κι έφυγε ακροπατώντας. Έκλεισε πίσω της την πόρτα με δάκρυα στα μάτια κι ούτε που κατάλαβε πως το μπλε μαντήλι της είχε λυθεί κι είχε απομείνει πεσμένο πάνω στα ξερά χόρτα...