Καλησπέρα διαδικτυακοί μου φίλοι! Το πόσο σας ευχαριστώ που κάθε τόσο με ένα δρώμενο με κινητοποιείτε να ξεσκονίσω το μπλογκοσπιτάκι μου δε λέγεται! Νομίζω αν δεν υπήρχαν τα δρώμενά μας, θα είχε πιάσει όχι αράχνες, αλλά κατσαρίδες, φίδια και ποντίκια από την εγκατάλειψη!
Σήμερα έρχομαι για το δρώμενο του Γιάννη μας, με τέσσερις αναρτήσεις για τα Χριστούγεννα.
ΠΡΑΞΗ 1η - Η ΑΝΑΜΝΗΣΗ
Ήταν πάντα όμορφα τα παιδικά μου Χριστούγεννα. Ήταν γεμάτα γλυκά, κεράσματα, επισκέψεις σε συγγενείς, δώρα, τραπέζια. Είχαν μια μαγική προσμονή. Τα πρωινά γεμάτα όμορφα παιδικά προγράμματα στην τηλεόραση και χουζούρεμα κάτω από τις κουβέρτες. Το στόλισμα του δέντρου, τα μελομακάρονα κι οι κουραμπιέδες, τα σοκολατάκια με τη γέμιση λικέρ. Το κλείσιμο του γενικού πάνω στην αλλαγή του χρόνου για να μπει ο Άγιος Βασίλης κρυφά να αφήσει το δώρο. Και πώς πάντα ρε φίλε ο πατέρας μου τα κατάφερνε να σβήσει ο ίδιος το γενικό και σε λιγότερο από ένα λεπτό να έχει βρει το δώρο μου, να το έχει βάλει κάτω από το δέντρο και να έχει επιστρέψει να ανάψει το γενικό! Αυτό ήταν ένα θαύμα από μόνο του!
Σήμερα θα σας μιλήσω για κάτι πολύ προσωπικό. Ο πατέρας μου κάποια στιγμή έχασε τη δουλειά του και αποφάσισε να ανοίξει μια επιχείρηση δικιά του. Δεν πήγε καθόλου καλά, άλλο να δουλεύεις σαν εμπορικός αντιπρόσωπος και άλλο να έχεις ο ίδιος εμπορική δραστηριότητα, με όλες τις δυσκολίες και τις υποχρεώσεις που αυτό φέρνει. Βυθίστηκε στα χρέη. Ακάλυπτες επιταγές, αστυνομίες, δικαστήρια, δανεικά... Άγχος, στεναχώρια, γκρίνια, καυγάδες. Ήμουν αρκετά μεγάλη ώστε να καταλαβαίνω ακριβώς τι γινόταν. Η ηρωίδα μάνα μου φρόντισε τα πάντα. Αν και ήταν ξεκάθαρο πως υπήρχε τεράστιο οικονομικό πρόβλημα, δούλευε όλη μέρα κυριολεκτικά για να μη μας λείπει τίποτα. Και κάθε Χριστούγεννα, πέρα από τα δικά μας δώρα, φρόντιζε πάντα να παίρνει δώρα και για τα παιδάκια μιας γειτόνισσας από την Αλβανία, που είχε έρθει τότε πρόσφατα στην Ελλάδα και δεν είχε βοήθεια, καθάριζε σπίτια για να ζήσει και δεν ήταν και πολύ αποδεκτή , όπως πολλοί μετανάστες τότε. Και κάπως έτσι, χωρίς πολλά λόγια μάθαμε ότι πλούσιος δεν είναι αυτός που έχει, αλλά αυτός που δίνει.
Θυμάμαι μια χρονιά, έχοντας καταλάβει πλέον ότι τα δώρα του Αγίου Βασίλη τα έφερναν οι γονείς, ήθελα να ζητήσω από τον πατέρα μου ένα δώρο έκπληξη που να είναι κάτω από το δέντρο από εκείνον προσωπικά. Αλλά τι να του ζητήσω, που ήταν κυριολεκτικά άφραγκος; Σκέφτηκα και σκέφτηκα και του είπα "Μπαμπά, θέλω να βρω μια έκπληξη από σένα κάτω από το δέντρο. Ό,τι πιο φτηνό μπορείς να φανταστείς, ας είναι μια πλαστική μπάλα, ένα μολύβι, οτιδήποτε, αρκεί να είναι από εσένα και να είναι έκπληξη".
Προσπάθησε ο καημένος. Πήγε πήρε μια πλαστική ρουλέτα, από αυτές τις μικρές που πουλάνε συχνά στα παζάρια ή τις λαϊκές, που θα στοίχιζε τότε περίπου 100 δραχμές (ναι τόσο παλιά, είμαι θείτσα νταξ;). Την τύλιξε λοιπόν σε ένα περιτύλιγμα και την έβαλε κάτω από το δέντρο. Έλα όμως που δεν ήξερε να τυλίγει και έτσι έκανε μπαμ από το περίγραμμα τι υπήρχε μέσα; Έτσι και χρήματα ξόδεψε και τελικά εγώ δεν πήρα την έκπληξη που ήθελα. Φυσικά, δεν του είπα ποτέ ότι ήξερα μέρες πριν τι μου είχε πάρει και όταν μου το έδωσε έκανα την έκπληκτη και ανήξερη. Και πραγματικά, αυτή τη μικρή ρουλέτα την είχα χρόνια ολόκληρα και γέμιζα πολλές φορές ώρες μοναχικές που δεν είχα τι να κάνω. Κι είχε πάντα ιδιαίτερη αξία για εμένα.
Όσο το σκέφτομαι, τόσο μου έρχονται κι άλλες αναμνήσεις στο μυαλό και όσο μεγαλώνω τόσο πιο πολύτιμες τις νιώθω και λυπάμαι που η καθημερινότητα κι ο διαρκής αγώνας μας εμποδίζει να δώσουμε τις ίδιες στα παιδιά μας, αλλά έστω ας το προσπαθούμε!
Πεταλουδένια φιλιά σε όλους!


Πόσο συγκινητικό Χριστίνα μου. Πως μας παρασέρνει έτσι η καθημερινότητα και χανόμαστε; Και πόση αλήθεια αυτό που έγραψες στο τέλος. Ας ευχηθώ τα επόμενα χρόνια να είναι καλύτερα.
ΑπάντησηΔιαγραφή