Πέμπτη 24 Οκτωβρίου 2024

ΤΕΛΟΣ ΧΡΟΝΟΥ-ΜΕΡΟΣ Γ΄

 Η συμμετοχή μου στο Γ' κύκλο του "Μια Ιδέα Μια Έμπνευση" του φίλου Γιάννη Πιταροκοίλη, μου βγήκε κάπως ΤΕΡΑΣΤΙΑ, επομένως τη χώρισα σε τρία μέρη.

Κεντρική Ιδέα Πλοκής.

Ο θόρυβος των μηχανών ελαττώθηκε. Οι στροφές έπεφταν καθώς το πλοίο ήδη έκοβε ταχύτητα. Έστεκε ψηλά στο κατάστρωμα, το θαλασσινό αγέρι ανέμιζε τα μαλλιά του/της. Στα δεξιά ο μεγάλος λιμενοβραχίονας του λιμανιού, οριοθετούσε το λιμάνι. Ένα λιμάνι μεγάλο όμορφο. Στα δεξιά δεμένα σαν πολύχρωμα στολίδια διάφορα σκάφη και στα αριστερά στο κέντρο, ο άδειος χώρος για τον οποίο το πλοίο που τον/την μετέφερε ήδη είχε βάλει ρώτα. Η καλοκαιρινή ζέστη του δειλινού ήταν εμφανής και η υγρασία  μούσκευε το κορμί του/της. Άπλωσε το βλέμμα του/της σε όλο το μήκος του λιμανιού. Ένα υπέροχο κάρτ-ποστάλ ήταν ζωγραφισμένο στα μάτια του/της. Λίγα μέτρα χώριζαν το πλοίο από την αποβάθρα και έπρεπε να ετοιμάζεται για την αποβίβαση. Άνοιξε το κινητό του/της. Έψαξε τα μηνύματα, στάθηκε στο τελευταίο και διάβασε προσεκτικά. Φτάνει το τέλος του μήνα. Πρέπει να βιαστείς. Δεν υπάρχει χρόνος. Πήρε μια βαθιά ανάσα. Το είχε διαβάσει άπειρες φορές στην διαδρομή προς το νησί. Έβαλε το κινητό στην τσέπη και κινήθηκε προς την έξοδο. Ένιωθε τόσο παράξενα. Οι σκέψεις ερχόταν να πλημμυρίζουν το μυαλό του/της και έδεναν με την υπέροχη γαλήνη του νησιού.



ΜΕΡΟΣ Γ΄

Είμαστε έξω από την έπαυλη. Είναι νύχτα και ευτυχώς το σημείο το πιο ψηλό και απομονωμένο του νησιού. Πέρασαν πέντε μέρες που το μόνο μέλημά μας ήταν η παρακολούθηση κάθε κίνησής του. Πολύ προβλέψιμο το πρόγραμμά του, κάθε πρωί μπάνιο στη θάλασσα, νωρίς, πριν κατέβει ο πολύς κόσμος και κάθε δεύτερη μέρα, μια βόλτα στη χώρα, ίσα για να πάρει προμήθειες. Όλες τις υπόλοιπες ώρες τις πέρναγε κλεισμένος στο σπίτι του, χωρίς να δέχεται ή να φιλοξενεί κανέναν, πράγμα πολύ παράξενο. Αν σκόπευε να πουλήσει τη βίλλα πριν φύγει από το Αγκίστρι, δε θα έπρεπε να δέχεται υποψήφιους αγοραστές, να τους ξεναγεί;

Η μεγάλη καγκελόπορτα είναι ανοιχτή, μπαίνουμε με προσοχή στον κήπο. Η εικόνα της εγκατάλειψης διάχυτη παντού, μας συμφέρει ωστόσο, καθώς η πυκνή και άναρχη βλάστηση, σε συνδυασμό με το σκοτάδι, μας προσφέρουν πολύτιμη κάλυψη. Λίγα μέτρα πιο πέρα, η βαριά ξύλινη εξώπορτα που οδηγούσε στο σαλόνι, ανοικτή και αυτή. Δε μας παραξενεύει, οι άνθρωποι στα νησιά συνηθίζουν να κοιμούνται με τις πόρτες ξεκλείδωτες, δεν νιώθουν τον κίνδυνο της πόλης. Μπαίνουμε ακροπατώντας, ο χώρος είναι θεοσκότεινος και χρειαζόμαστε λίγο χρόνο να συνηθίσουν τα μάτια μας στο σκοτάδι. Περασμένα μεσάνυχτα και ελπίζουμε να έχει κοιμηθεί. Δε σκοπεύω να τον σκοτώσω κοιμισμένο, θα τον ξυπνήσω, θέλω να δει καλά το πρόσωπο που θα του πάρει τη ζωή. Στα χέρια μου κρατάω σφιχτά ένα μικρό περίστροφο που αγόρασα, παράνομα φυσικά, στην Αθήνα στη μαύρη αγορά. Ανεβαίνω τη στριφογυριστή σκάλα με τεράστια προσοχή, τα σκαλιά τρίζουν στο πάτημά μου, πολυκαιρισμένα και απεριποίητα καθώς είναι. Πίσω μου ακριβώς η Ευγενία. Ακούω το λαχάνιασμά της, σχεδόν μπορώ να αφουγκραστώ την αγωνία και την ταχυκαρδία της. Εγώ από την άλλη, νιώθω μια πολύ παράξενη ηρεμία. Ετοιμάζομαι να διαπράξω έγκλημα, έναν φόνο, αλλά το βήμα μου είναι σταθερό και ο χτύπος της καρδιάς μου κανονικός. Ξέρω ότι η αυριανή μέρα θα με βρει με χειροπέδες, δεν έχω κανένα σκοπό να κρυφτώ, όπως αυτός ο άνανδρος, θα πληρώσω τις συνέπειες του νόμου και είναι μια απόλυτα συνειδητή απόφαση όλο αυτό. Η Ευγενία υποσχέθηκε να υποστηρίξει πως δεν γνώριζε τα σχέδιά μου, πως πίστευε ότι ήθελα να τον αντιμετωπίσω, πως ήρθε μαζί για συμπαράσταση μόνο και πως όταν είδε το όπλο προσπάθησε να με σταματήσει. Αρκετά υπέφερε εξαιτίας μου, αυτή έστω πρέπει να ζήσει ελεύθερη.

Φτάνουμε στον πάνω όροφο. Μια αχνή γραμμή φωτός είναι η μοναδική ένδειξη ζωής. Έρχεται από μια χαραμάδα στο τέλος του διαδρόμου. Συνειδητοποιώ από ποιο δωμάτιο και για λίγο το αίμα μου παγώνει. Το κάθαρμα…κοιμάται εκεί που έγιναν όλα. Δεν ξέρω πραγματικά αν αντέχω να μπω εκεί μέσα ξανά. Σφίγγω το χέρι της Ευγενίας και ανασαίνω βαθιά. Τώρα που το σκέφτομαι, τι πιο ταιριαστό; Όλα να τελειώσουν ακριβώς εκεί που άρχισαν. Σπρώχνω απαλά την πόρτα. Ξαφνικά, το φως ανάβει και τον βλέπουμε απέναντί μας, καθισμένο στην καρέκλα, στην ίδια καρέκλα που βίασε την αδερφή μου, και να μας κοιτά.

-Σας περίμενα… Αργήσατε πολύ…Σε δυο μέρες θα έφευγα…

Εγώ παραμένω αμίλητη. Έχω 24 χρόνια ακριβώς να τον αντικρίσω, πίστευα ότι θα ήμουν εντάξει, μα έχω κοκαλώσει στη θέση μου, βάζω κρυφά το όπλο στην πίσω τσέπη του τζιν μου, γιατί φοβάμαι πως από το τρέμουλο θα εκπυρσοκροτήσει. Αλλιώς το είχα σχεδιάσει, αλλιώς έπαιζε το σενάριο στο μυαλό μου. Θα έμπαινα, θα κοιμόταν, θα τον ξυπνούσα, θα τον έσερνα στο πάτωμα, θα εκλιπαρούσε για τη ζωή του κι εγώ θα τον κοιτούσα κατάματα και θα του τίναζα τα μυαλά στον αέρα. Το λόγο παίρνει η Ευγενία.

-Γιατί γύρισες;

-Για εσάς, για να σας ξαναδώ.

-Δε σου έφτανε το κακό που έκανες; Να μας δείς γιατί; Για να καμαρώσεις το έργο σου; Ορίστε, δες μας! Μόνες και κατεστραμμένες! Χάρηκες τώρα;

Τα μάτια της πετάνε φλόγες, είναι έξαλλη, ποτέ δεν την έχω ξαναδεί έτσι. Είμαστε ακόμα με τα χέρια σφιχτά μπλεγμένα. Αυτός χαμηλώνει το βλέμμα. Μια υπόνοια ενοχής κρέμεται στο πρόσωπό του. Το καλύπτει με τις παλάμες του και αρχίζει…να κλαίει! Είμαστε κι οι δυο άφωνες, αποσβολωμένες, καχύποπτες…τι σόι παιχνίδι μας παίζει αυτή τη φορά; Ξαφνικά, όλο αυτό μοιάζει με κακογυρισμένη ταινία. Τι δουλειά έχουμε εμείς εκεί μέσα; Δεν θέλω πια ούτε εκδίκηση, ούτε να τον σκοτώσω. Θέλω απλά να φύγουμε από εδώ όσο πιο γρήγορα γίνεται, οι αναμνήσεις σκάνε πάνω μου σα σφαίρες, ο αέρας λιγοστεύει, πνίγομαι.

-Ευγενία, πάμε να φύγουμε, της λέω ικετευτικά, με το ζόρι βγαίνει η φωνή μου, μοιάζει πιο πολύ με λυγμός, σχεδόν κλαίω.

-Δεν πάω πουθενά! Φωνάζει και αρπάζει με το ελεύθερο χέρι της το όπλο από την τσέπη μου.

Στον ήχο της θαλάμης που οπλίζει, τινάζεται στη θέση του και την αντικρίζει. Πετάγεται ξαφνικά επάνω και γονατίζει μπροστά της.

-Ναι! Σε παρακαλώ, σκότωσέ με, βγάλε με από τη μιζέρια μου!

-Τι θες να πεις; Τον ρωτάω.

-Είμαι ένας δυστυχισμένος άνθρωπος, ένας δυστυχισμένος πατέρας, σας παρακαλώ, λυτρώστε με.

Η Ευγενία κατεβάζει το όπλο. Τίποτα δε βγάζει νόημα αυτή τη στιγμή. Με ένα νεύμα μου, αρχίζει να μιλάει.

-Μετά από εκείνο το καλοκαίρι, εγώ συνέχισα τη ζωή μου κανονικά. Προστατευμένος από τη δύναμη και τα λεφτά του πατέρα μου, τίποτα και κανείς δεν μπορούσε να με αγγίξει. Δεν σκέφτηκα δεύτερη φορά όσα είχαν γίνει, σαν κλασικό κακομαθημένο πλουσιόπαιδο, νόμιζα ότι ο κόσμος μου ανήκει και πως μπορώ ανενόχλητος να κάνω ό,τι μου αρέσει. Η ζωή όμως, έχει άλλα σχέδια και πληρώνει τα κρίματα αργά ή γρήγορα. Τέσσερα χρόνια μετά, παντρεύτηκα μία κοπέλα του κύκλου μου. Δεν την αγάπησα, ούτε αυτή εμένα, ήταν καλή γυναίκα όμως και ο γάμος αυτός θα μου έδινε κι άλλα χρήματα, κι άλλη εξουσία και φυσικά, διαδόχους. Πράγματι, ένα χρόνο αργότερα ήρθε ο γιος μου. Κι άλλον ένα χρόνο μετά, η κόρη μου. Τότε κατάλαβα τι θα πει έρωτας, λατρεία για έναν άνθρωπο. Τύλιγε τα χεράκια της γύρω μου και έχανα τον κόσμο κάτω από τα πόδια μου. Τη μεγάλωνα με απίστευτη αγάπη και φροντίδα, την είχα μέσα σε μια φούσκα, για να μη μου πάθει τίποτα, πάντα με σωματοφύλακες, πάντα ελεγχόμενη, τόσο που την έπνιξα. Ήρθε η εφηβεία και η μικρή μου διεκδικούσε την ελευθερία της, αλλά εγώ φοβόμουν τόσο, που την περιόριζα όλο και περισσότερο. Ώσπου ένα βράδυ, το έσκασε από το σπίτι. Βγήκε κρυφά, ολομόναχη, ένα κορίτσι 16 ετών, πήρε ταξί και πήγε σε κάποιο μπαρ. Με ξύπνησε το τηλέφωνο μέσα στα ξημερώματα. Με καλούσαν από την αστυνομία, η κόρη μου είχε πέσει θύμα βιασμού από τρεις αλήτες.

-Πουτάνα κάρμα! λέω κουνώντας το κεφάλι μου, μην μπορώντας να πιστέψω τα όσα ακούω.

-Αμαρτίες γονέων, συμπληρώνει η Ευγενία.

-Έτσι είναι…ότι δεν πλήρωσα εγώ, το πλήρωσε το παιδί μου, με το ίδιο νόμισμα.

-Και τώρα τι θες; Να σε λυπηθούμε; Την κόρη σου, ναι, τη λυπάμαι, γιατί δεν φταίνε ποτέ τα παιδιά για τα λάθη των μεγάλων. Εσένα όχι, όπως δε λυπήθηκες εσύ ποτέ τον δικό μας τον πατέρα, που έλιωσε από τη στεναχώρια του.

-Δε θέλω λύπηση. Δεν ήξερα, δεν είχα αντιληφθεί το μέγεθος του κακού που σας έκανα. Δεν μπορούσα να φανταστώ πόσο ένας βιασμός στο σώμα μπορούσε να καταστρέψει μια ψυχή. Το έμαθα με το σκληρότερο τρόπο. Το παιδί μου λιώνει! Έχει πάθει νευρικό κλονισμό. Δύο χρόνια έχουν περάσει, ακόμα δεν έχει συνέλθει. Έχει κάνει τρεις απόπειρες αυτοκτονίας, έχει εισαχθεί άλλες δυο φορές σε νευρολογική κλινική, εκεί βρίσκεται και τώρα, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να ξαναβρεί τον εαυτό της. Τα καθάρματα τη βίασαν διαδοχικά, από μπροστά και από πίσω!

-Σταμάτα! Φωνάζω. Όσο κι αν σε μισώ, δεν μπορώ να χαρώ που άλλο ένα αθώο πλάσμα πέρασε αυτά που μου έκανες.

-Τελικά, γιατί ήρθες; Για να μας πεις τη δακρύβρεχτη ιστορία σου; Συνεχίζει η Ευγενία. Και τι μας νοιάζει εμάς; Κρίμα το κορίτσι, αλλά έχουμε τους δικούς μας εαυτούς να λυπηθούμε.

-Ήθελα μόνο να ζητήσω συγνώμη, έστω και αργά.

-Συγνώμη; ΣΥΓΝΩΜΗ; Καγχάζω και με πιάνει ένα γέλιο υστερικό. Ακούς Ευγενία; Ήρθε να γυρέψει συγχώρεση ο κύριος! Μας γάμησε με κάθε πιθανό τρόπο, σώμα, ψυχή, οικογένεια, ζωές…και ζητάει συγνώμη! Νιώθω την οργή να βάφει κόκκινα τα μάγουλά μου. Άραγε, η κόρη σου ξέρει τι έγκλημα έχει κάνει ο μπαμπάκας της;

Πέφτει στα γόνατα και πάλι, αυτή τη φορά τα δικά μου.

-Μη, σε εκλιπαρώ! Μην της το πεις, δε θα το αντέξει!

-Μην ανησυχείς, το μόνο κάθαρμα εδώ μέσα είσαι εσύ. Δε θα έδινα μια κλωτσιά σε έναν ήδη διαλυμένο άνθρωπο, μόνο για να σε εκδικηθώ, αρκετά πέρασε ήδη η κόρη σου. Εσένα μισώ, όχι εκείνη.

-Συγνώμη, συγνώμη, συγνώμη! Τα δάκρυά του τρέχουν ποτάμι. Απλώνω το χέρι, σηκώνω το πρόσωπό του και τον κοιτάζω κατάματα.

-ΠΟΤΕ δε θα σε συγχωρήσω! Φτύνω μία μία πάνω του τις λέξεις. ΠΟΤΕ! Ακόμα κι αν ήσουν στο νεκροκρέβατό σου κι ήταν η τελευταία σου επιθυμία, δε θα σε συγχωρούσα. Εύχομαι να καίγεται η ψυχή σου στην κόλαση αιώνια, όπως έκαψες τη δική μου τόσα χρόνια.

-Τότε, σε παρακαλώ σκότωσέ με, γύρισε στην Ευγενία. Για αυτό δεν ήρθατε; Κάντο! Σε παρακαλώ, κάντο και βάλε μου το όπλο στο χέρι, να μοιάζει με αυτοκτονία. Θα ελευθερωθείτε για πάντα.

-Καημένε…ούτε αυτό δεν είσαι άξιος να κάνεις μονάχος σου… Ε, λοιπόν, δε θα σου κάνουμε τη χάρη. Ζήσε με τις τύψεις σου, βλέπε το έγκλημα που εσύ έκανες, να το πληρώνει το παιδί σου, πέρασε τη ζωή σου θρηνώντας, όπως θρηνήσαμε εμείς τα νιάτα μας. Αξιολύπητος είσαι, μα εγώ δεν είμαι θεός, δεν μπορώ να σε λυπηθώ…Πάμε, Εριέτα, δεν εχουμε καμία άλλη δουλειά εδώ.

Γυρίζουμε την πλάτη και κατεβαίνουμε τις σκάλες, ακούγοντας τους λυγμούς να τραντάζουν το κορμί του. Φεύγουμε επιτέλους από αυτόν τον τόπο του εφιάλτη μας, αλλά ούτε ανάλαφρες είμαστε ούτε ικανοποιημένες. Η ζωή παίρνει την εκδίκησή της, μα πάντα ανάμεσα στους ενόχους την πληρώνουν κι οι αθώοι.

Ένα μηνα μετά

Στο δικηγορικό γραφείο επικρατεί πανικός. Εγώ φωνάζω πως αποκλείεται να δεχτώ κάτι τέτοιο και η Ευγενία προσπαθεί να με μεταπείσει.

Τρεις μέρες μετά από εκείνη τη νύχτα, η αστυνομία βρήκε το νεκρό του σώμα, πεσμένο στο πάτωμα του δωματίου του στην έπαυλη. Είχε χάσει το πλοίο, είχε τρεις μέρες να επικοινωνήσει με τους δικούς του και η γυναίκα του ειδοποίησε τις αρχές. Η ζέστη είχε ήδη αρχίσει τη λειτουργία της σήψης και η δυσωδία ήταν έντονη. Ανακοπή είπαν και θυμάμαι τον εαυτό μου να λέει «κοίτα που τελικά, είχε καρδιά το καθίκι». Τίποτα δεν ένιωσα, δε χάρηκα, δε λυπήθηκα, δε με άγγιξε καν.

Και να που σήμερα είμαστε στο γραφείο του δικηγόρου του, εγώ και η Ευγενία. Επικοινώνησε μαζί μας, καθώς ο αποθανών μας είχε συμπεριλάβει στη διαθήκη του. Μας άφησε την έπαυλη, η οποία είχε ήδη κανονίσει να ανακαινιστεί πλήρως με έξοδα δικά του. Είμαι έξαλλη, νιώθω πως μας εμπαίζει.

-Κατάλαβες τι έκανε; Ακόμα και μετά θάνατον, θέλει να μας θυμίζει όσα περάσαμε εξαιτίας του! Ούτε από τον τάφο δε θα μας αφήσει να ησυχάσουμε!

-Εριέτα, σκέψου λογικά. Η έπαυλη κάνει εκατομμύρια!

-Δε με νοιάζει! Ξεχνάς τι μας έκανε εκεί μέσα; Ανατριχιάζω και μόνο στην ιδέα να ξαναπατήσω εκεί!

-Όχι δεν ξεχνάω φυσικά! Σκέφτομαι όμως, πως ίσως θα μπορούσαμε μέσα από όλη αυτή τη φρίκη, να βγάλουμε κάτι καλό.

-Δηλαδή;

-Δηλαδή, τι θα έλεγες, να μετατρέπαμε την έπαυλη σε χώρο φιλοξενίας κακοποιημένων γυναικών;

-Συνέχισε… είπα με ξαφνικό ενδιαφέρον.

-Να, θα μπορούσαμε να διαμορφώσουμε το χώρο, τώρα με την ανακαίνιση, ώστε να φιλοξενούμε γυναίκες που έχουν υποστεί κακοποίηση, να τις υποστηρίζουμε ψυχολογικά και να τους δίνουμε χρόνο και χώρο ίασης.

-Και πώς θα το χρηματοδοτήσουμε όλο αυτό;

-Με τα ίδια του τα λεφτά φυσικά. Θυμάσαι την παχουλή αποζημίωση που μας είχαν δώσει τότε; Εκτός από τα χρήματα που δαπανήσαμε όσο σπούδαζες στην Αθήνα, όλα τα υπόλοιπα είναι κλειστά στην τράπεζα, αρνήθηκα να ξοδέψω έστω και ένα ευρώ από τα ματωμένα αυτά χρήματα. Μετά από τόσα χρόνια, το ποσό θα έχει ανέβει κι άλλο, είμαι σίγουρη ότι θα είναι πολλά, αρκετά για αυτό το έργο.

-Και αργότερα, μπορούμε να βρούμε και χορηγούς, λέω έχοντας αρχίσει να βλέπω πιο ζεστά την όλη ιδέα.

-Ακριβώς! Και μπορούμε να βοηθήσουμε και την κόρη του, να της δώσουμε έναν σκοπό στη ζωή.

-Τι σκοπό δηλαδή, λέω δύσπιστα.

-Ένα κακοποιημένο κοριτσι είναι ο πιο σωστός άνθρωπος για να στηρίξει και να βοηθήσει ένα άλλο κακοποιημένο κορίτσι.

-Δεν μπορούμε να της πούμε την αλήθεια!

-Πρέπει να της την πούμε, Εριέτα. Και να επιλέξει εκείνη. Αλλά, κάτι μου λέει πως δεν θα πει όχι. Κι εγώ θα γραφτώ σε πανεπιστήμιο ψυχολογίας. Εσύ δικηγόρος, θα αναλαμβάνεις τις υποθέσεις κι εγώ ψυχολόγος, θα αναλαμβάνω τη θεραπεία!

-Εντάξει, λοιπόν! Ας το κάνουμε!

Βγαίνουμε αγκαλιασμένες από το γραφείο. Έχουμε υπογράψει τα σχετικά χαρτιά και για πρώτη φορά μετά από χρόνια, έχουμε ένα όραμα, ένα στόχο και νιώθουμε επιτέλους τη ζωή να μας χαμογελάει!

14 σχόλια:

  1. Ένα μεγάλο τέλος! Ένα τέλος με τη λέξη Άνθρωπος, γραμμένη με το "Α" με μεγάλα κεφαλαία γράμματα.
    Ένα συγκλονιστικό τέλος, που όχι δεν περίμενα.
    Και ένα τέλος με μια δέσμη μηνυμάτων, που φωνάζουν ότι μέσα από ένα κραυγαλέο κακό μπορεί να ξεπηδήσει ένα φως για τους ανθρώπους.
    Νέμεσις λοιπόν! Θέλεις να σού πω τη γνώμη μου; Δεν ήθελα αυτό το τέλος για αυτόν τον "άνθρωπο". Μπορώ να πω ότι το ένιωσα σκληρό. Μια σκληρή κάθαρση αλλά σε μια δική του ζωή, με την οποία μοίρασε πόνο, οδύνες και καταστροφές.
    Θεωρώ τη συγχώρεση ως τη μεγαλύτερη ευλογία για κάθε άνθρωπο.
    Η μετάνοια του ήταν αληθινή. Πρέπει όλοι να καταλάβουν ότι όσο πανίσχυροι νομίζουμε ότι είμαστε, τόσο αυτή μας η αλαζονεία θα μάς οδηγήσει στον όλεθρο, γιατί η ζωή καραδοκεί.
    Και η Νέμεσις είναι πολλαπλά σκληρότερη.
    Χριστίνα μου, έγραψες ένα υπέροχο διήγημα, συγκροτημένο, δοκίμιο απέναντι στην γυναικεία κακοποίηση, με άπειρα μηνύματα και στόχους ζωής. Μάς είπες ότι το όπλο του φωτός είναι η καλοσύνη, η αλληλεγγύη, η στήριξη.
    Και ειλικρινά, σε ευχαριστούμε για όλο αυτό.
    Ένα διήγημα, που μίλησε στην καρδιά μας.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Εγώ σε ευχαριστώ καλέ μου φίλε! Ατη, ύβρις, Νέμεσις,τισις! Ο νόμος της ζωής αιώνες τώρα!
      Αμφιταλαντεύτηκα με αυτή την ιστορία. Εγώ ήθελα να τον σκοτώσουν, να πάρουν εκδίκηση. Οι ήρωες ήθελαν κάτι πιο ριζοσπαστικό και ρομαντικό, κάτι που δύσκολα θα γινόταν στη ζωή. Τράβαγαν αυτοί από τη μια τράβαγα εγώ από την άλλη, νίκησαν τελικά και ελπίζω το αποτέλεσμα να τους δικαιώνει.

      Διαγραφή
    2. Ο ρεαλισμός είναι κάτι σχετικό, δεν είναι απόλυτο. Μη θεωρείς τη λύση σου ρομαντική ή μη ρεαλιστική. Υπάρχει και αυτή η πλευρά. Και το τέλος του δράστη ήταν μια κόλαση πραγματική, χειρότερη από τη δολοφονία του, απείρως χειρότερη.
      Σε κάθε περίπτωση κρατάμε ένα δυνατό διήγημα με κραυγαλέα μηνύματα, Χριστίνα μου. Την καλησπέρα μου.

      Διαγραφή
  2. Χριστίνα μου μας έδωσες μια λύση που ούτε τη φανταζόμουν. Όχι δεν τιμωρήθηκε το κάθαρμα/ Όχι δεν ικανοποιήθηκα από το θάνατό του που δεν ήταν απόρροια της πράξης του στα δυο κορίτσια αλλά ήταν ο καημός του από την ίδια του την κόρη.
    Και το αμαρτίες γονέων πολύ με λυπεί γιατί δεν φταίνε τα παιδιά για τις αμαρτίες των γονιών.
    Όχι για μένα δεν τιμωρήθηκε γιατί έζησε τόσα πολλά χρόνια χωρίς τύψεις, χωρίς ντροπή, χωρίς τιμωρία. Και η συγχώρεση που λέει ο Γιάννης δεν δίνεται σε τέτοιες περιπτώσεις. Όχι!
    Αλλά ο σκοπός να βοηθήσουν άλλες γυναίκες, ναι, είναι ιερός.
    Σ'ευχαριστώ που με ταρακούνησες με ένα τόσο ευαίσθητο θέμα.
    Καλό Σ/Κο Χριστίνα μου

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ούτε εγώ ικανοποιήθηκα δυστυχώς... Ξέρω πως εγώ το έγραψα, αλλά δε γράφω ποτέ με πλάνο, οι ιστορίες μου αλλάζουν με βάση το τι ζητάνε οι ίδιοι οι χαρακτήρες, τι τους ταιριάζει. Εγώ ήθελα ΑΥΤΟΣ να τιμωρηθεί,οχι το αθώο παιδί του... Δε γινόταν ωστόσο να τον αφήσω να ζήσει...
      Σε ευχαριστώ που ήσουν εδώ.

      Διαγραφή
  3. Ένα τέλος μη αναμενόμενο αλλά που εμένα με ικανοποίησε απόλυτα θα έλεγα. Ένας φόνος στη συγκεκριμένη περίπτωση, είμαι σίγουρος ότι δεν θα απάλυνε τον χρόνιο πόνο των δύο αδελφάδων. Η λύση που επέλεξες είναι ιδανική.
    Όσο για τον γόνο της πλούσιας οικογένειας, η τιμωρία του ήταν σκληρή, όπως κανένας πατέρας δεν θα ήθελε για τα κορίτσια του. Απίστευτα σκληρή, όπως ήταν και για τον πατέρα της Ευγενίας και της Ερριέτας. Νέμεσις το λένε.
    Χάρηκα που διάβασα ένα τόσο δυνατό κείμενο!
    Εύχομαι καλή συνέχεια!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Χαίρομαι πολύ που ήταν δυνατό και ικανοποιητικό το τέλος! Καλή συνέχεια!

      Διαγραφή
  4. Έξυπνα γραμμένο, με πολλές αφορμές για σκέψη, πολλά καρδιοχτύπια, ακόμα περισσότερα μηνύματα για ένα οργανωμένο σκηνικό ¨φόνου¨ που αιωρείται σε όλο το διήγημα, συνάδει σε πολλά σημεία με τη συνείδησή μας, μας παρασύρει ως ενεργά συνεργούς και καταλήγει σε ένα τέλος που κανείς δεν περιμένει. Η ιστορία σου Χριστίνα απ’ τις πιο αληθινές, γεμάτη δυνατά συναισθήματα που εκφράζονται από ψυχικό πόνο, απόγνωση, ενοχές, τύψεις, θυμό, μίσος, βρίσκει όμως δικαίωση στην ελπίδα για όσες δοκίμασαν το σκληρό πρόσωπο της ζωής. Υπέροχο το βρήκα, όταν μάλιστα μέσα από τη δική σου τραυματική εμπειρία θέλεις να σώσεις και άλλες γυναίκες. Καλογραμμένο από κάθε άποψη! Χριστίνα συγχαρητήρια!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ευχαριστώ πάρα πολύ για το όμορφο σχόλιο! Χαίρομαι που σου άρεσε και σε έκανε να νιώσεις τόσα!

      Διαγραφή
  5. Χριστίνα μου θεωρώ πως ήταν ένα τέλος λογικό, έτσι έπρεπε να γίνει. Τα κορίτσια είχαν καταστραφεί από το βιασμό, δεν έπρεπε να φορτωθούν και ένα φόνο. Πολλές φορές η εκδίκηση σου απαλύνει τον πόνο, αλλά είναι κάτι προσωρινό, η πληγή παραμένει ανοιχτή. Όσο για εκείνον ναι μεν χάρηκε τη ζωή του για αρκετά χρόνια, στο τέλος όμως ήρθε η τιμωρία, άνοιξε η δική του πληγή, η δική του κόλαση.
    Εξαιρετικό κορίτσι μου το διήγημά σου. Μπράβο!
    Καλό Σαββατοκύριακο!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. 'Εδωσες Χριστίνα μου το τέλος που κανένας μας δεν θα φανταζόταν. Συγκλονιστικό! Μέσα από την τραγικότητα της εκδίκησης και του φόνου, που ευτυχώς δεν έγινε, αν και του άξιζε, να ζήσει μέσα στις τύψεις του, για ότι έκανε. Και να που ήρθε η Νέμεσης, να τον κάνει να καταλάβει τον πόνο.
    Τα θύματα δυστυχώς πάντα θα υπάρχουν και θα πληρώνουν χωρίς να φταίνε σε τίποτα!
    Υπέροχο το μήνυμα που έδωσες με το τέλος της ιστορίας σου!
    ΝΑΙ! έτσι πρέπει να κάνουν οι άνθρωποι...μέσα από το σκοτάδι να βρίσκουν αχτίδες φωτός και να τις ακολουθούν, αφού είναι ο μόνος δρόμος για την γαλήνη.
    Καταπληκτική η ιδέα σου, η απόφασή των ηρωίδων σου να βοηθήσουν θύματα, όπως οι ίδιες μέσα από την εμπειρία τους.
    Ενα πολύ όμορφο μήνυμα έδωσες στο τέλος γεμάτο ελπίδες!
    Τα συγχαρητήρια μου Χριστίνα μου μας κράτησες το ενδιαφέρον μέχρι την λέξη ΤΈΛΟΣ! Καλή συνέχεια σε ότι κάνεις!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Αφού περίμενα υπομονετικά να αναρτηθούν και τα τρία μέρη της ιστορίας σου, ούτως ώστε να τη διαβάσω ολοκληρωμένη, μπορώ να πω ότι ούτε κατά διάνοια δε μου φάνηκε υπερβολικά μεγάλη. Ήταν ισορροπημένη και γραμμένη με τρόπο που σε κανένα σημείο δεν έκανε κοιλιά, όπως λένε. Μου κράτησε αμείωτο το ενδιαφέρον μέχρι το τέλος. Και υπήρξες τόσο πιστή στο ζητούμενο του Γιάννη, που μέχρι και ο τίτλος που επέλεξες ταιριάζει γάντι!
    Όσο για το θέμα σου, το χειρίστηκες άψογα. Επέλεξες κάτι εξαιρετικά δύσκολο και έδωσες μία λύση που, αν και δε με ικανοποίησε στο απόλυτο, ήταν η πλέον σωστή. Και, για να διευκρινίσω, με ικανοποίησε απόλυτα το ότι ο ένοχος πεθαίνει αφού μετανοήσει, και σίγουρα προτιμώ το ότι δεν τον σκότωσαν οι δύο αδερφές, καθώς έτσι θα κατέστρεφαν εντελώς τη ζωή τους (ενώ με τη λύση που επέλεξες δίνουν στη ζωή τους ένα νέο νόημα), όμως με στενοχώρησε το ότι η ζωή πλήρωσε τον ένοχο με το ίδιο νόμισμα, μέσω του παιδιού του. Βέβαια, οφείλω να αναγνωρίσω ότι στην πραγματική ζωή, οι λύσεις που δίνονται συνήθως δεν είναι αναίμακτες, όλο και κάποια παράπλευρη απώλεια θα υπάρχει, και ότι η τροπή των γεγονότων που έδωσες εσύ στην πραγματική ζωή είναι πολύ πιθανότερη από μια αναίμακτη τιμωρία του ενόχου, όπως κατά βάθος επιθυμούσα εγώ. Οπότε, έπραξες άριστα. Μπράβο και πάλι μπράβο!
    Να έχεις μια όμορφη Κυριακή

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. Χριστίνα μου, δεν δίνω τόση σημασία στο τέλος που επιφύλαξες για το κτήνος αυτό. Η μοίρα άλλωστε είναι αυτή που συνήθως αποφασίζει κι εσύ το άφησες πάνω της, δίχως να καταφύγεις στην αναμενόμενη αυτοδικία. Μένω στις περιγραφές της συνθήκης μιας κλειστής κοινωνίας και των συναισθημάτων της ηρωίδας. Πόσες γυναίκες θα είδαν μέσα στην ιστορία σου, τον εαυτό τους... Τόσο σκληρό όσο χρειάζεται για να είναι ρεαλιστικό. Είμαι σίγουρη πως, εκτός από τροφή για σκέψη, πρόσφερες ένα κομμάτι απ' την ψυχή σου που ήθελε ψυχικό πόνο και βουτιά στα βαθιά, για να το αποδώσεις. Mπράβο σου!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Καλωσορισες στο κουκουλι μου.