DISCLAIMER

Το παρόν Blog, δεν χρησιμοποιεί ΑΙ (τεχνητή νοημοσύνη) για την συγγραφή και δημιουργία των αναρτήσεων! Οι αναρτήσεις απαρτίζονται από σκέψεις, συναισθήματα και απόψεις μου! Συνδεόμαστε διαδικτυακά, αλλά επιμένουμε να γράφουμε ανθρώπινα!!

Τετάρτη 10 Σεπτεμβρίου 2025

ΕΝΑ ΜΙΚΡΟ ΠΕΙΡΑΜΑ-ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ

 Καλημέρα σας! 

Χτες ξεκίνησα ένα πείραμα, μικρής φυσικά εμβέλειας, για να δω αν η ΑΙ μπορεί να γίνει αντιληπτή σε σύγκριση με ένα ανθρώπινο δημιουργημα. Τα αποτελέσματα ήταν αρκετά ενδιαφέροντα και ευχαριστώ πολύ όσους μπήκαν στον κόπο να συμμετάσχουν. Πάμε να δούμε λοιπόν τα αποτελέσματα.

-Συμμετείχαν 11 αναγνώστες στο blog και 1 στο Facebook.

- Στη συντριπτική τους πλειοψηφία, οι αναγνώστες αναγνώρισαν την ανθρώπινη γραφή. 10/12 συμμετέχοντες αποφάσισαν πως το ΠΡΩΤΟ ποίημα πρέπει να είναι το δικό μου και είχαν δίκιο (Τίτλος: ΣΑΝ ΟΝΕΙΡΟ). 

-Τα σχόλιά σας ανέδειξαν ως βασικά στοιχεία την έλλειψη συναισθηματικής φόρτισης στο δεύτερο ποίημα, τις πολύ μικρές και κοφτές του προτάσεις, την έλλειψη λυρισμόύ.

-Παρατηρήθηκε ωστόσο δυσκολία στην αναγνώριση και πολλοί είπατε ότι χρειάστηκε δύο, τρεις ή και περισσότερες αναγνώσεις για να καταλήξετε σε κάποιο συμπέρασμα. 

Το πιο παράξενο από όλα όμως σας το άφησα για το τέλος. Έδωσα τα δύο ποιήματα στο Chatgpt, του είπα ότι το ένα είναι ανθρώπινο και το άλλο γραμμένο από την ΑΙ και του ζήτησα να μου πει αν μπορεί να καταλάβει ποιο είναι ποιο. Σας παραθέτω screenshots με τη συνομιλία μας.






Όπως θα είδατε, το ίδιο το ΑΙ ΔΕΝ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΕ τη γραφή με τεχνητή νοημοσύνη, κοινώς, ξεγελάστηκε και τη θεώρησε πιο ανθρώπινη από την πραγματικά ανθρώπινη. Αυτό, κατά την άποψη μου, ίσως οφείλεται στο ότι δεν είναι προγραμματισμένο να αναγνωρίζει την ΑΙ. Παρόλα αυτά, όταν του αποκάλυψα πως έκανε λάθος, μου έκανε τα παρακάτω σχόλια.






Κατά την άποψη μου, η ΑΙ είναι ακόμα σε πολύ βρεφικό στάδιο και δεν μπορεί ούτε να αξιολογήσει κάτι σωστά ούτε φυσικά να εκφραστεί με τρόπο που δεν είναι ξύλινος. Δεν αποκλείεται ωστόσο στο μέλλον να εξελιχθεί τόσο ώστε να μπορεί.

Σαν τελευταία παρατήρηση, θα ήθελα να σκεφτείτε δύο πράγματα και όποιος έχει τη διάθεση να μου απαντήσει στα σχόλια.

Πρώτον, αν δεν είχε προηγηθεί όλη η συζήτηση για την ΑΙ στη λογοτεχνία και τα σημάδια γραφής που μας βοηθάνε να την αναγνωρίσουμε, θα είχατε παρατηρήσει όσα παρατηρήσατε στα δύο ποιήματα;

Δεύτερον, αν σας είχα δώσει μόνο το δεύτερο ποίημα, αυτό που γράφτηκε με ΑΙ, θα είχατε. παρατηρήσει ότι η γραφή είναι παράξενη και χωρίς συναίσθημα, θα είχατε υποπτευθεί πως, αν όχι εξ ολοκλήρου γραμμένο με ΑΙ, είχε τουλάχιστον χρησιμοποιηθεί η βοήθεια του για τη δημιουργία του;

Οι δικές μου σκέψεις είναι ανάμεικτες. Στην πραγματικότητα, οι περισσότεροι από εσάς είστε εξοικειωμένοι με τη γραφή μου, 2 δεκαετίες σχεδόν μετράει το μπλογκ, έχετε παρακολουθήσει ενδεχομένως και την εξέλιξη της μέσα στο χρόνο. Το ίδιο κι εγώ με τη γραφή πολλών από εσάς. Επομένως, μια μεγάλη αλλαγή λογικό είναι να γίνει αντιληπτή. 
Από την άλλη, επειδή ακριβώς είμαστε τόσα χρόνια συμπορευόμενοι, έχει χτιστεί ανάμεσά μας μια εμπιστοσύνη, μια σχέση πιο προσωπική από την απλή συνύπαρξη στο διαδίκτυο. Θα ήταν επομένως δύσκολο να φανταστούμε, στην αρχή έστω, ότι κάποιος από εμάς θα άρχιζε ξαφνικά να χρησιμοποιεί ΑΙ αντί να παρουσιάζει κάτι εξ ολοκλήρου δικό του. 
Αν όμως πρόκειται για γραφή κάποιου με τον οποίο δεν είμαστε εξοικειωμένοι, πόσο εύκολα άραγε θα ξεγελαστούμε και θα πιστέψουμε πως ένα ΑΙ κείμενο είναι δικό του; Εγώ νομίζω είναι αρκετά πιθανό, τουλάχιστον για ένα όχι και τόσο έμπειρο μάτι.

Και κάπου εδώ έρχεται η ερώτηση, είναι η χρήση ΑΙ προδοσία της εμπιστοσύνης μας; Από την άλλη, αν έχω στο μυαλό μου κάτι πολύ συγκεκριμένο, αλλά δεν μπορώ να το αποδώσω όπως ακριβώς το φαντάζομαι είτε λόγω έλλειψης χρόνου είτε επειδή έχω κολλήσει, είναι τόσο κακό να το δώσω σαν ιδέα στο ΑΙ να μου το φτιάξει; Στην τελική, η σύλληψη, η ιδέα, το στυλ, είναι δικά μου, μόνο η τελική εκτέλεση είναι του ΑΙ. Ως ποιο σημείο είναι τελικά ηθικά σωστή η παρεμβολή του; Μήπως οφείλω να ενημερώσω τον αναγνώστη μου ότι χρησιμοποίησα ΑΙ ή αυτό θα με κάνει να φανώ ανάξιος; 

Είναι πολλά τα ερωτήματα, όπως πάντα συμβαίνει με κάθε τι καινούργιο, κάθε επιστημονική πρόοδο και εξέλιξη που θέτει την ηθική μας σε δίλημμα. Το όριο είναι πάντα το ζητούμενο, μα είναι και το πιο δύσκολο να τεθεί, καθώς δεν υπάρχουν κανόνες και προϋποθέσεις και το ορίζει τελικά ο καθένας μόνος του, με βάση τις αξίες του, αλλά και τις εκάστοτε ανάγκες του.

Η πρόοδος είναι πάντα επιθυμητή, με όλους τους κινδύνους που αυτή ενέχει. Στο τέλος της μέρας όμως, καθένας μας κάνει τις επιλογές του και πορεύεται με αυτές.


Τρίτη 9 Σεπτεμβρίου 2025

ΕΝΑ ΜΙΚΡΟ ΠΕΙΡΑΜΑ

 Καλημέρα στην όμορφη παρέα μας!

Επειδή όλο και περισσότερο ερχόμαστε αντιμέτωποι με το φαινόμενο της χρήσης τεχνητής νοημοσύνης στην τέχνη και στη λογοτεχνία, έχει ακουστεί πολλάκις πως η ΑΙ θα αντικαταστήσει την ανθρώπινη έκφραση. Από την άλλη, πολλοί - ανάμεσά τους κι εγώ- πιστεύουν πως η ανθρώπινη δημιουργία ξεχωρίζει πολύ εύκολα από μια ΑΙ δημιουργία, όχι μόνο γιατί έχει ψυχή και συναίσθημα αυθεντικό, αλλά κυρίως γιατί είναι ατελής. Ναι, αυτό ακριβώς, ατελής. 

Ο κάθε ποιητής ή συγγραφέας έχει το δικό του προσωπικό ύφος. Γράφει με συγκεκριμένη μελωδικότητα, χρησιμοποιεί patterns, φτιάχνει δικές του λέξεις, κάνει λάθη που όμως επιτρέπονται "ποιητική άδεια". Ποιος μπορεί να ξεχάσει τις "μέραις" του Καβάφη, ποιος δε θαύμασε τη γραφή του Καββαδία; Ακόμα θυμάμαι έναν στίχο, δε θυμάμαι το ποίημα ή τον ποιητή, θυμάμαι μόνο ότι ήταν μεταφρασμένο στα Ελληνικά και ο στίχος έλεγε κάτι σαν "της νύχτας η λυγμολαλιά", δεν ήταν καν κάποια επίσημη μετάφραση και πάνε πάνω από 20 χρόνια που την είχα διαβάσει, μα ο στίχος αυτός μου έμεινε στη μνήμη για τη λυρικότητα, τη μουσικότητα, την ευφάνταστη δημιουργία μιας τόσο συναισθηματικής λέξης, γεμάτης ήχο και εικόνα. Δεν πιστεύω ότι η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να κάνει κάτι τέτοιο.

Αποφάσισα λοιπόν να κάνω ένα μικρό πείραμα. Πήρα τις λέξεις Φωτιά, Πάγος, Αγάπη, Απόσταση και ζήτησα από το ΑΙ να μου γράψει ένα ποίημα ρομαντικό και με έντονα συναισθήματα που να περιέχει αυτές τις λέξεις, σε ελεύθερο στίχο. Ταυτόχρονα, σκάρωσα κι εγώ ένα ποίημα με τα ίδια χαρακτηριστικά. Μάλιστα, για να μου το κάνω πιο δύσκολο, φρόντισα να το γράψω σχεδόν τόσο γρήγορα όσο το ΑΙ, το είχα έτοιμο σε πέντε λεπτά περίπου. Θα ανεβάσω εδώ και τα δύο ποιήματα και θα ήθελα οι φίλοι να μου πουν ποιο από τα δύο πιστεύουν ότι είναι δικό μου και ποιο γραμμένο με τεχνητή νοημοσύνη. Θα ήθελα, αν φυσικά έχετε χρόνο και διάθεση, να μου πείτε ποια χαρακτηριστικά εντοπίσατε που σας έκαναν να επιλέξετε το ένα ποίημα σαν δικό μου και το άλλο σαν ΑΙ generated. Τέλος, θα ήθελα με ειλικρίνεια να μου πείτε ποιο σας άγγιξε περισσότερο, ακόμα κι αν είναι αυτό που θεωρείτε σαν τεχνητή νοημοσύνη. 

Ξεκινάμε λοιπόν:


ΣΑΝ ΌΝΕΙΡΟ 

Μου είπες να μη σε κοιτάξω.

Ήταν τα μάτια σου σκοτάδι βαθύ

κι έτρεμες μήπως μέσα του χαθώ.

Μου είπες να μείνω μακριά σου.

Ήταν μια θάλασσα ανάμεσά μας

κι έτρεμες πως ίσως ναυαγήσω.

Στάθηκα τίμια απέναντι στον πάγο της ψυχής σου.

Γυμνή και απόλυτη, μια ζωντανή φωτιά.

Όρθια κι απροσπέλαστη. 

Έσβησα την απόσταση που χώριζε τα χέρια μας

κι έμπλεξα τα μαλλιά σου στα δάχτυλα μου.

Δε φοβάμαι τα κύματα, σου ψιθύρισα.

Είναι η αγάπη μου καράβι 

κι ο έρωτάς μου λευκό πανί.

Στάσου πλάι μου και κοίτα ψηλά.

Εγώ θα σβήσω τον πάγο από το βλέμμα σου

Εγώ θα λιώσω στη φωτιά το χιόνι απ' την καρδιά σου.

Εγώ θα είμαι το ταξίδι και το λιμάνι σου.

Εσύ αρκεί να μου χαρίσεις ένα όνειρο

και να μου πεις "πιστεύω".

Κατάματα να με δεις καθώς καίγομαι

και σβήνω την απόσταση που μας κρατάει μόνους.

Είναι η αγάπη μου άνεμος 

κι ο έρωτάς μου πεταλούδα.

Πετάω με ορμή προς το άπειρο.

Ζω τη στιγμή για μια αιωνιότητα.

Ζω την αιωνιότητά μου σαν σπίθα που σβήνει.

Κι αν είναι να χαθώ, ας είναι έτσι.

Σαν όνειρο που έσβησε στα μάτια σου.



ΑΝΆΜΕΣΑ ΣΕ ΠΑΓΟ ΚΑΙ ΦΩΤΙΑ

Δεν σε έμαθα ποτέ με όρους.

Ήσουν θύελλα,

μπήκες από ρωγμή και με διέλυσες.

Κάθε βλέμμα σου,

σαν σπίθα πάνω σε βενζίνη.

Καιγόταν η σάρκα,

όχι από πόθο,

από ανάγκη.

Μίλαγες για αγάπη

με φωνή που έσταζε αμφιβολία,

κι όμως πίστευα.

Ίσως γιατί η πίστη

είναι ο έρωτας των τυφλών.

Η απόσταση έγινε θρησκεία.

Την προσκυνήσαμε

με σώματα ακόμα ζεστά

απ’ την τελευταία αγκαλιά.

Πόσες φορές ο πάγος

σε πήρε απ’ τα χέρια μου;

Και πόσες η φωτιά

με γύρισε σε στάχτη,

περιμένοντάς σε;

Δεν είναι όλα για να σωθούν.

Ούτε όλοι οι έρωτες για να πεθάνουν.

Μερικοί καίνε για πάντα,

χωρίς να λιώνουν τίποτα.

Ούτε τον πάγο.

Ούτε την απόσταση.

Ούτε την αγάπη.

Μόνο εμάς.

Τρίτη 26 Αυγούστου 2025

ΤΕΛΟΣ ΕΠΟΧΗΣ, ΤΕΛΟΣ ΨΥΧΗΣ

 Μια λέξη εδώ, μια διαμαρτυρία πιο πέρα.

Ένα εμβατήριο και μια διακήρυξη.

Ένα ποίημα θρήνος.

Γράφω, γράφω, κλαίω, ξαναγράφω

και τίποτα δεν αλλάζει.

Γιατί γράφω δεν ξέρω.

Ίσως για να πω ότι κάτι έκανα κι εγώ.

Σκατά! Τίποτα δεν έκανα!

Κρύφτηκα πίσω από ένα καλοκαίρι,

μια μυρωδιά θάλασσας, ένα ηλιοβασίλεμα.

Έπαιξα με το κύμα σαν παιδί,

κράτησα τα κοχύλια στο αυτί μου,

κοκκίνησαν τα μάγουλά μου από τον ήλιο.

Κρύφτηκα και προσπάθησα να ξεχάσω.

Να μη μυρίζω το αίμα που χύνεται καυτό.

Να μη θυμηθώ την αδικία, να μη δω την πείνα.

Να μη θυμώσω, να μην ουρλιάξω, να μη μισήσω.

Και τώρα που ο Αύγουστος τελειώνει,

ποια κρυψώνα θα με χωρέσει;

Τέλος εποχής, τέλος ψυχής.

Κι όσο το καλοκαίρι θα γίνεται ανάμνηση,

όσο δε θα φτάνει ο ήλιος να φωτίσει τα σκοτάδια,

η δική μου κραυγή πού θα χωρέσει;

Ο καθρέφτης μου πώς θα με ανεχτεί;

Πώς θα κυλάνε οι μέρες κι εγώ θα ξέρω

πως τίποτα δεν άλλαξε, τίποτα δεν έκανα;

Πού θα φωλιάσω τώρα τις ενοχές κι εκείνα

τα άδεια από εξαθλίωση παιδικά ματάκια;

Μαζί με το καλοκαίρι, 

χάνεται κι η τελευταία ψευδαίσθηση μου.

Ο χειμώνας θα πέσει βαρύς.

Κι η συνείδηση βαρύτερη ακόμα.

Χωρίς το καλοκαίρι, 

να ρίχνει την αλισάχνη του,

κρύβοντας την ασχήμια,

η αναζήτηση της ομορφιάς

θα γίνει εισιτήριο για την τρέλα.

Όλα θα γίνουν καθαρά, σκληρά.

Τέλος εποχής, τέλος ψυχής.


Για την Αριστέα μας και το δρώμενο για το καλοκαίρι.

Τετάρτη 13 Αυγούστου 2025

LITTLE THINGS


Πριν από 4 χρόνια και κάτι έκανα μια πολύ απλή κίνηση. Ένα swipe right σε μια εφαρμογή γνωριμιών, από αυτές που κορόιδευα. Είδα δύο καταγάλανα μάτια και το πιο αυθεντικό χαμόγελο που έχω δει!

4 χρόνια μετά, η αγάπη μετουσιώνεται ακόμα κάθε μέρα σε πράξεις, μικρές μα τόσο μεγάλες! Ένα φιλί, ένα ζεστό σεντόνι το χειμώνα, ένα κούμπωμα του φερμουάρ γιατί φυσάει, ένας χορός στη μέση του δρόμου, ένα «θα μείνω εγώ με τα παιδιά, μην ανησυχείς». Μικρά τεράστια κομματάκια ενός ΜΑΖΙ κι ενός Σ’ ΑΓΑΠΩ. Αυτά κι άλλα τόσα και άλλα τόσα.

Κι ας μας γοητεύουν οι πομπώδεις λέξεις κι οι εντυπωσιακές χειρονομίες, ο έρωτας για να ζήσει θέλει παρουσία κι επιλογή κάθε μα κάθε μέρα και ελευθερία να χωράει ο ένας τον άλλο ακριβώς όπως είναι.

Αυτό το τραγούδι γράφτηκε (στίχοι μουσική δικά μου ) για να μην ξεχάσω πως η αγάπη κρύβεται στα μικροπράγματα.

Το ερμηνεύω και σας το παρουσιάζω με μεγάλη χαρά στο κανάλι μου στο YouTube.


Τρίτη 12 Αυγούστου 2025

ΚΑΘΕ ΑΥΓΟΥΣΤΟ

Το παρακάτω ποίημα συμμετέχει στο καλοκαιρινό δρώμενο της γνωστής και αγαπημένης μας Πυργοδέσποινας, "Ένα ποίημα για το καλοκαίρι".


ΚΑΘΕ ΑΥΓΟΥΣΤΟ

Ο Αύγουστος είναι εδώ! | Αρθρογραφία | Mesaralive

Κάθε Αύγουστο μετράω τ αστέρια 

σ' ενα ξέφωτο δίπλα στο αμπέλι.

Σ αγαπώ με πλεγμένα τα χέρια

και δυο χείλη που στάζουνε μέλι.


Κάθε Αύγουστο με ξελογιαζουνε

τα καπέλα από ψάθα φτιαγμένα

και κοιτώντας ψηλά όλα μοιαζουνε

από αρμυρα και φως καμωμένα.


Τι αρχέγονο θαύμα  ο έρωτας!

Οι θεοί τον κοιτάζουν με φθόνο.

Εφηβεία γλυκειά προσφέροντας,

μ' ένα βέλος γελάει το χρονο.


Της γυναίκας το στήθος, η θάλασσα.

Η θηλη του αιώνιος δεσμώτης

Είτε ρεοντας γάλα θηλάζουσα, 

ειτε ως έρωτας ο ζωοδοτης.


Του ανδρός οι ωμοπλάτες το απειρο.

Ιδρωμενος της ηδονής μοχθος.

Σπερμοδοτης αέναος του αύριο

και φωλιά να κουρνιάσει ο ποθος


Το κορίτσι, με μαλλιά ξέπλεκα,

χαϊδεύει απαλά τις παρυες του.

Το αγόρι φιλά τις παλάμες της

και τις κλείνει μες στις δικές του.


Δε χωρά ανάμεσα τους ο θάνατος.

Μόνο ο ήλιος του Αυγούστου που καίει 

Ειναι ο έρωτας θεός αθάνατος. 

Μελτεμακι και κύμα που ρέει.


Κάθε Αύγουστο σε ερωτεύομαι  

δυνατά, απ' την αρχή του χρόνου.

Σα για χάρη μας να ναι το γευομαι

το κρασί της γεννήσεως του κόσμου. 


Τι αρχεγονο θαύμα ο έρωτας!

Πώς κινεί της ζωής μας το νήμα!

Πώς μωρό ξαναγίνεται ο γέροντας!

Πώς ορίζει το κάθε μας βήμα!


Τα ακρογιαλια κοχύλια γεμιζουνε.

Κάστρα με όνειρα πάνω στην άμμο.

Κι αν τα κύματα μας τα γκρεμίζουνε,

κάθε Αύγουστο τα ξανακανω.


Στα βότσαλα πάλι ας ξαπλώσουμε, 

τρυφερά να μου πιάσεις το χέρι

Μια ευχή παιδική ας ξεδιπλώσουμε,

κάθε που θα πέφτει ένα αστέρι.


Αγκαλιά να μας βρίσκουν οι Αυγουστοι,

με ρυτίδες γέλιου στα μάτια 

και στεφάνια αγάπης ηλιόλουστα

να φωτίζουν μας τα μονοπάτια.


Κάθε Αύγουστο να σε ερωτεύομαι.

Να με σφίγγεις με αρμυρα και πάθος.

Σαν σύκο γλυκό να σε γευομαι 

κι η ζωή να γελάει στο βάθος.

Δευτέρα 11 Αυγούστου 2025

ΝΑ ΚΛΕΨΩ ΕΝΑΝ ΑΥΓΟΥΣΤΟ

 Το παρακάτω ποίημα συμμετέχει στο καλοκαιρινό κάλεσμα της Αριστέας μας, να γράψουμε "Ένα ποίημα για το καλοκαίρι"

A Desenzano si regata in una notte di luna piena | Velaveneta.it


ΝΑ ΚΛΕΨΩ ΕΝΑΝ ΑΥΓΟΥΣΤΟ

Θελω να κλέψω εναν Αυγουστο.

Να ζωγραφισω πανω του μια πανσέληνο κι ενα καραβι.

Στα δυο πανια του να χαραξω το βλεμμα σου και μια υπόσχεση

πως κάθε ολογιομο φεγγάρι του Αυγούστου θα σε ταξιδευω στον ερωτα. 

Με πανια ορθανοιχτα και ματια κλειστά. 

Με ενα αλμπουρο κοκκινο και τρεις γλαρους στο κατοπι μας.

Να γελάς, ριχνοντας πισω το κεφάλι, να φωλιάζει η θαλασσα σ'αυτο το μικρο λακακι του λαιμου σου.

Να πινω αχόρταγα την αρμύρα σου και στα μαλλια σου να κρυβω τους πιο δικους μου στεναγμους.

Εναν Αύγουστο θελω να κλεψω.

Ενα πανι και μια πανσεληνο να αφησω πανω στο χαμογελο σου. 

Να ξεπληρωσω κάθε χρεος μου πανω στα χειλη σου...

Κυριακή 10 Αυγούστου 2025

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΠΟΥ ΜΕ ΑΚΟΥΣΕ - ΜΕΡΟΣ Ε


Το κείμενο είναι βασισμένο στο δρώμενο Μία Ιδέα, Μια Έμπνευση, του φίλου Γιάννη Πιταροκοίλη. 

Η βασική ιδέα του διηγήματος είναι η εξής:

Ένα πρωινό, λαμβάνετε έναν φάκελο χωρίς αποστολέα. Μέσα υπάρχει μόνο ένα παλιό κασετόφωνο χειρός και μια κασέτα. Πατάτε το play.

Η φωνή μιας γυναίκας ακούγεται καθαρά:

"Ξέρω ότι με θυμάσαι. Ίσως προσπαθείς να με ξεχάσεις. Μην το κάνεις. Σου μένουν μόνο λίγες μέρες."

Δεν λέει το όνομά της. Δεν εξηγεί τίποτε περισσότερο. Η φωνή της είναι ήρεμη, σχεδόν υπνωτιστική. Μα τα λόγια της κουβαλούν κάτι παράξενο: μια απειλή, ή μια κραυγή από το παρελθόν;

Το μυαλό σας αρχίζει να αναζητά. Ποια μπορεί να είναι; Από πού σας ξέρει; Τι εννοεί με τις λίγες μέρες; Μήπως κάποτε την πληγώσατε; Μήπως εσείς την εγκαταλείψατε; Ή μήπως ζητά τη βοήθειά σας;

Ξανακούτε την κασέτα. Στη δεύτερη ακρόαση, κάτι αλλάζει. Μια λέξη, μια αναπνοή, ένας ψίθυρος που δεν είχατε προσέξει πριν. Μια μελωδία ναι, με τον ήχο να αργοσβήνει. Ίσως ένα στοιχείο επί πλέον.

Η φωνή της επιμένει μέσα σας. Και τώρα, η αναμέτρηση αρχίζει. Πρέπει να τη βρείτε. Ή να ξεφύγετε.

Τι σας ενώνει; Τι σας χωρίζει; Ποιος πληγώθηκε και ποιος φεύγει τελευταίος;


ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΠΟΥ ΜΕ ΑΚΟΥΣΕ - ΜΕΡΟΣ Ε




Η αστυνομία εξεταζε εξονυχιστικά το χώρο. Με τις υποδείξεις της Σοφης, είχαν βρει την κρυμμένη σπηλιά πίσω απο τον καταρράκτη και ειχαν ανακαλύψει το πτώμα μου. Η μάλλον το σωρό απο κόκαλα που είχε απομείνει απο το κορμι μου.

Μετά το ξύπνημα της, ολα στο μυαλό της ήταν ξεκάθαρα. Μίλησε στη μητέρα της για εμένα κι οπως ηταν φυσικό εκείνη προσπάθησε να την καθησυχάσει, λέγοντας της πως ηταν απλά ένας εφιάλτης. Χρειάστηκε αρκετός χρόνος και αρκετή επιμονή για να αποδεχτεί η μητέρα της την πιθανότητα έστω της ύπαρξης μου, ωστόσο δεν το πίστεψε απόλυτα, μέχρι που η Σοφη μου ζήτησε να σχηματισω με κάποιο τρόπο το ονομα μου. Πάνω στο τραπέζι, ο κεραμεικος κουμπαράς της Σοφης άρχισε να τρέμει. Έπεσε στο πάτωμα με θόρυβο, αναγκάζοντας τόσο τον πατέρα της όσο και το μωρό, που ακομα κοιμουνταν ανίδεοι για οσα διαδραματιζονταν, να ξυπνήσουν. Έμειναν να κοιτούν ολοι σαν υπνωτισμενοι καθως ενα ενα τα κέρματα υψωνονταν στον αέρα κι έπειτα ακουμπουσαν εκ νέου στο τραπέζι, διαδοχικά, το ενα μετά το αλλο. Όταν σταμάτησαν, μια λέξη είχε ξεκάθαρα σχηματιστεί πανω στο ξύλο: Λενιω. Αυτό ηταν το όνομα μου...το είχα σχεδόν ξεχάσει, αφού κανείς δεν το είχε προφέρει εδώ και τρεις και πλέον δεκαετίες.
Επειτα, τα πράγματα πήραν το δρόμο τους, οπως συμβαίνει πάντα οταν ανοίγει η πρώτη μικρή ρωγμή που θα φέρει στο φως την αλήθεια.
Εκτός απο το σκελετό μου, είχε βρεθεί και το ημερολόγιο μου. Θυμάμαι με κάθε ανατριχιαστικη λεπτομέρεια την τελευταία φορά που ειχα γράψει.
"Είναι απαίσιος! Με κοιτάει με αυτο το γλοιώδες βλέμμα, το χαμόγελο του με ανατριχιαζει ολόκληρη! Πρέπει να πω στον πατέρα μου να τον διώξει, αλλά...θα με πιστέψει αραγε; Αυτός ειναι ο πιο έμπιστος εργάτης του, ο επιστάτης κι εγώ είμαι απλά ενα παιδι.
Χτες, όταν έκανα μπάνιο στο ποτάμι, τον είδα. Ήταν κρυμμένος πισω απο ενα θάμνο και με κοιτούσε. Δεν μπορουσα να δω τι εκανε, αλλα το χερι του ανεβοκατεβαινε γρηγορα. Βγηκα κι έτρεξα οσο πιο γρήγορα μπορουσα πισω στο σπιτι...φοβάμαι...
Σήμερα, πρέπει να μιλησω στον πατ..."
Δεν πρόλαβα να τελειώσω τη φράση μου. Άκουσα θόρυβο κι είδα μέσα από την κουρτίνα του νερού μια σκιά να πλησιάζει. Έκρυψα βιαστικά το ημερολόγιο σε μια εσοχη του βράχου πισω απο μια πέτρα. Η καρδιά μου σταματησε, όταν μεσα απο τον καταρράκτη, ξεπροβαλε η φρικτή μορφή του. Χαμογελούσε με τον πιο ανατριχιαστικο τρόπο. Δεν μπορουσα να αρθρωσω λέξη, είχα πετρωσει απο το φόβο μου.
Με πλησίασε κι έκανα ασυναίσθητα δύο βηματα πισω. Δεν είχα που να πάω.
-Ωραία η κρυψώνα σου, μικρή, παραδέχομαι πως μου πήρε καιρό να την ανακαλύψω. Ωραία και βολική. Κανείς δε θα μας δει, ούτε θα μας ακούσει. Θα περνάμε φίνα οι δυο μας.
Αρχισα να ουρλιαζω και ξέσπασε σε γέλια.
-Φωναζε οσο θες, ποιος θα σε ακουσει;
Ειχε δίκιο, ο καταρράκτης επνιγε τα ουρλιαχτά μου. Που να ήξερα οταν επέλεγα το ησυχαστήριο μου πως επέλεγα τον τοπο του μαρτυριου μου. Πλησίασε κι αλλο, με άρπαξε απο τα μαλλιά και με έριξε κατω. Έπεσε από πάνω μου μουγκριζοντας σα ζωο, τράβηξε το μαγιό μου κι έσκισε τη σάρκα μου μπαίνοντας μέσα μου δυνατά. Ουρλιαζα απο πόνο και φόβο κι οσο με άκουγε τόσο ερεθιζοταν. Δεν ξερω πόση ώρα κράτησε το βασανιστήριο, λίγα λεπτά λογικά, μα εμενα μου φάνηκαν αιωνας. Μόλις τελείωσε, σηκώθηκε κι εγώ συρθηκα κλαίγοντας στη γωνία, ενώ ανάμεσα στα πόδια μου κυλούσε αίμα.
-Έλα μην κλαις. Έτσι ειναι η πρώτη φορά, πονάει. Σου υπόσχομαι τις επόμενες θα ειναι πιο ωραία.
Τον κοιταξα με μάτια γουρλωμένα.  Το φρικιαστικό του χαμόγελο ηταν απλωμένο στο προσωπο του.
-Τι νομιζες κούκλα; Μια φορά και τέλος; Εμείς μόλις αρχίσαμε. Και κοιτα μη σου ξεφύγει τιποτα στον πατέρα σου, αλίμονο σου!
Τιναχτηκα όρθια, ημουν έξαλλη απο οργή!
- Όλα θα τα πω! Κτήνος, τέρας!
- Τίποτα δε θα πεις! Με πλησίασε και μου γύρισε το χέρι, ο πόνος ηταν αβάσταχτο, μα ο θυμός που με επνιγε μεγαλύτερος.
-Άφησέ με! Δε θα γλιτώσεις μετά απο οσα μου έκανες!
Η τρέλα άστραψε στο μάτι του. Με πεταξε ξανά κατω και με έσυρε ως την είσοδο της σπηλιάς. Το δεξί μου αυτί γέμισε αίματα. Μπήκε ξανά μέσα μου ορμητικα, αλλά αυτή τη φορά φρόντισε το κεφάλι μου να ειναι κατω απο το νερο. Δεν μπορουσα να αναπνεύσω, ένιωθα το νερο να γεμίζει τα ρουθούνια, το λαιμό, τα πνευμονια μου, ενω αυτός σα μανιασμενος με βίαζε. Σε λιγο είχαν τελειώσει ολα. Με ειχε τραβήξει μέσα στη σπηλια, είχε βεβαιωθεί πως δεν ανασαινα πλεον και ειχε φύγει, εγκαταλειποντας με εκει.
Οι φωνές με επανέφεραν στο σήμερα. Η σήμανση ειχε κάνει τη σπηλια φύλλο και φτερό. Βρήκαν και το ημερολόγιο μου. Πίστευα πως θα είχε γίνει σκόνη μετά απο τόσα χρόνια, ομως άθελά μου, το προφυλαξα χωνοντας το πισω απο την εσοχη του βράχου. Η υγρασία του είχε κάνει καποια ζημιά, αλλά ευτυχώς δεν είχε βραχεί ποτέ.
Όλο το χωριό είχε μαζευτει στην όχθη του ποταμού. Η εξαφάνιση μου ηταν ενα μυστήριο που είχε συγκλονίσει τη μικρή μας κοινωνία. Πολλοί συγχωριανοι μου ζούσαν ακομα εδω και θυμούνταν πολυ καλά εκείνες τις ημέρες. Η αστυνομία πήρε καταθέσεις από ολους. Είχε έρθει επιτέλους η στιγμή της αποκατάστασης της αλήθειας.
Ξαφνικά, ενα ακομα περιπολικό σταματησε κοντά στα υπόλοιπα. Η πόρτα του συνοδηγού άνοιξε και είδα ξανά, μετά από 30 χρόνια, τη λατρεμένη μορφη της μητέρας μου. Ήταν γερασμένη, τα μαλλιά της λευκά, το άλλοτε λυγερο κορμι της κυρτό, αλλα ημουν σίγουρη οτι ηταν εκείνη. Θα την αναγνώριζα ανάμεσα σε χιλιάδες.
Την ειχαν ειδοποιήσει οτι βρέθηκε ένας σκελετός στο μερος όπου είχα εξαφανιστεί και, παρόλο που δεν είχε γίνει ακομα ταυτοποίηση, εκείνη έτρεξε, σίγουρη πως πρόκειται για εμένα. Μόλις ειδε το ημερολόγιο μου, στα χερια μιας νεαρής αστυνόμου, καθε αμφιβολία διαλύθηκε και ξέσπασε σε ένα γοερο κλάμα.
Οι επόμενες ώρες, μερες δεν είχαν σημασία. Περίμενα ευλαβικά για δύο μονο στιγμές.
Η πρώτη ηταν όταν τον βρήκαν και τον συνέλαβαν. Γέρος πια, γύρω στα 70, ειχε μετακομισει σε μια κοντινη πολη μετα το φονικό. Τον έφεραν στον τόπο του εγκλήματος. Τα παραδέχτηκε ολα, με καθε ανατριχιαστικη λεπτομέρεια. Το πρόσωπο του δεν έδειχνε ίχνος μεταμελειας, έμοιαζε ωστόσο σαν να την περίμενε αυτή τη μερα, σαν να ηθελε επιτέλους κάπου να πει το μεγάλο του μυστικό. Η ίσως απλά να μη φοβόταν πλέον τίποτα. Ειχαν περασει τόσα χρόνια που το έγκλημα είχε παραγραφεί, οπως ακουσα να λενε αργότερα την ίδια μερα. Τον συνέλαβαν, αλλά δύσκολα θα μπορούσαν να τον χωσουν στη φυλακή για το υπόλοιπο της ζωής του οπως του άξιζε. Δεν είχε όμως πια σημασία. Εγω ήθελα να μαθευτεί η αλήθεια. Και έκανα τα πάντα για αυτό, κόντεψα να χάσω την ψυχή μου. Τώρα, ηταν στα χερια της δικαιοσύνης. Επίγειας η μετα θάνατον.
Το δεύτερο που ανυπομονούσα να κανω, ηταν να αποχαιρετισω επιτέλους τη μάνα μου. Τη μανούλα μου που έζησε 30 και πλέον χρόνια χωρίς να ξέρει τι απέγινε η μονάκριβη κόρη της. Τη μανούλα μου που μου είχε τόσο λείψει το χάδι, το γέλιο, η φωνή, η μυρωδιά της.
Οι γονείς της Σοφης την φιλοξενουσαν στο σπιτι. Στην αστυνομία ειχαν πει πως τυχαία βρήκαν τη σπηλια και το πτώμα μου κολυμπώντας στο ποταμι. Ήταν τελη Μάη και το ποτάμι παγωμένο, αλλά δε θα μπορούσαν να δώσουν άλλη εξήγηση. Στη μητέρα μου όμως είπαν την αλήθεια. Η Σοφη της διηγήθηκε οσα ειχαν διαδραματιστει τους τελευταίους δυο μήνες. Της είπε ακομα και κάποιες λεπτομέρειες που δε θα μπορούσε κανείς πέρα απο εμενα να γνωρίζει, οπως το αγαπημένο μου νανούρισμα η εκείνη τη μερα που ειχα βρει μια νεκρή νυχτερίδα και έκλαιγα τοσο πολυ που οι γονείς μου αναγκάστηκαν να της φτιάξουν τάφο και να της κάνουν ολόκληρη τελετή για να με πείσουν πως θα πάει στον παράδεισο.
Τα μάτια της έλαμπαν απο προσμονή κι από τα δάκρυα που έτρεχαν ελεύθερα.
-Είναι εδώ τωρα; ρώτησε με αγωνία.
Η Σοφη εγνεψε θετικά κι έδειξε προς το μέρος μου.
-Λενιω μου...η μητέρα μου πλησίασε κι άπλωσε τα χέρια της σαν να ήθελε να με αγκαλιασει. Στο δωμάτιο απλώθηκε δυνατό φως κι ένιωσα μια ζεστασιά να με τυλιγει. Λες και αφυπνιστηκαν μαγικά οι αισθήσεις μου, μπορουσα να μυρίσω τον κόρφο της, να γευτω την αλμύρα απο το δάκρυ της, να νιώσω τα χέρια της στην πλάτη και τα μαλλιά μου.
Λίγα μόνο δευτερόλεπτα κράτησε κι ήξερα πια πως είχε έρθει η ώρα να φυγω.
Εγνεψα στη Σοφη ευχαριστώ και μου χαμογέλασε πλατιά. Η μητέρα της είχε αγκαλιάσει τη δική μου, τη χαιδευε και την παρηγορουσε, οπως μονο μια μάνα μπορεί να νιώσει.
Το φως που ειχε πλημμυρίσει το χώρο άρχισε να με μαγνητίζει, να με καταπίνει, μέχρι που έγινα ενα μαζί του και χάθηκα μέσα του.
Χαμογελούσα. Ήμουν ελεύθερη!