Ηταν ενα απο εκεινα τα μουντα πρωινα, που ολοι τρεχουμε βιαστικα να παμε στη δουλεια μας. Τοσο βιαστικα που ειναι σαν να προσπερναμε τη ζωη. Λιγο καφε, μια τελευταια ματια στον καθρεφτη, διορθωση στο μακιγιαζ κι ετοιμη. Η εικονα περιποιημενη. Και στημενη. Στην πραγματικοτητα ηθελα μονο να ξαναβαλω τις πιτζαμες μου και να ξαναχωθω στο κρεβατι, αγκαλια με το μικρο μου αγορακι. Και τον πατερα του. Στη σκεψη του αντρα μου χαμογελασα και χαϊδεψα ασυναισθητα τη μικρη αλυσιδα με τον φτερωτο θεο που στολιζε το λαιμο μου. Κοσμημα φτηνο, ασημενιο, που ομως ειχε για μενα τεραστια αξια. Ηταν το πρωτο του δωρο, οταν κλειναμε ενα μηνα σχεσης. Δεκα χρονια μετα, φοραω ακομα τον Ερωτα, για να θυμαμαι ποσο δυνατα ερωτευτηκαμε και να προσπαθω για εμας οσο περισσοτερο μπορω.
Εκλεισα πισω μου την πορτα και ξεκινησα. Καθως κατεβαινα απο το λεωφορειο για να μπω στο σταθμο του ηλεκτρικου, ακουσα μια λεπτη φωνουλα διπλα μου. "Δωσε κατι κυρια, να φαω κυρια". Δεν εστρεψα το βλεμμα, προχωρησα. Ενα λεπτο αργοτερα, την προσοχη μου τραβηξαν οι φωνες.
-Δεν ντρεπεσαι βρωμοκοριτσο!
-Αφηστε με, σας παρακαλω. Κυρια, κυρια σας παρακαλω!
Στην αρχη δεν το καταλαβα, αλλα το "κυρια" απευθυνοταν σε μενα. Πλησιασα. Ειχε μαζευτει κι αλλος κοσμος. Ενας αντρας μεσης ηλικιας, με γκριζα μαλλια και σκουφο, κρατουσε δυνατα απο το μπρατσο ενα κοριτσακι. Το ιδιο κοριτσακι που μου ειχε ζητησει χρηματα πριν λιγο. Θα 'ταν δεν θα 'ταν 8 χρονων. Αυτη εκλαιγε με λυγμους και πασχιζε να ξεφυγει. Ματαια ομως. Ο αντρας την ειχε αρπαξει για τα καλα και της φωναζε.
-Κλεφτρα!
-Δεν ειμαι κλεφτρα! Κυρια, κυρια! ειπε παλι.
Ειχα σαστισει, δεν ηξερα δεν καταλαβαινα γιατι αυτο το πλασματακι, με τα μακρυα ξανθα μαλλια πιασμενα αλογοουρα και τα βρωμικα ρουχα με φωναζε με τοση επιμονη. Και τοτε το ειδα να γυαλιζει αναμεσα στα μικροσκοπικα της δαχτυλα. Εφερα μηχανικα το χερι στο λαιμο μου. Ελειπε. Τοτε, το μικρο κοριτσι καταφερε να ξεφυγει κι ο αντρας την τραβηξε δυνατα απο τα μαλλια.
-Σταματα! Τι κανεις! του φωναξα
-Για μιλα, για πες στην κυρια τι εκανες βρωμοπαιδο.
-Κυρια...εγω...εσεις...να...δεν ειμαι κλεφτρα.... Τα ματια της ετρεχαν ποταμι.
-Αφηστε την σας παρακαλω.
Ο αντρας με κοιταξε απορημενος. Κρατουσε ακομα την κοτσιδα της στα χερια του. Ενιωσα μεσα μου την οργη να φουντωνει.
-ΑΦΗΣΕ ΤΗΝ! ουρλιαξα. Πως την τραβας ετσι! Δεν βλεπεις οτι ειναι παιδι!
-Χα! Ναι, να τη λυπηθουμε κιολας!
-Λοιπον, θα την αναλαβω εγω τωρα, ενταξει; Ευχαριστω για τον κοπο, αλλα δεν χρειαζομαι αλλη βοηθεια.
-Κατι τετοιες σαν εσενα χαλανε τον κοσμο. Εγω φταιω που πηγα να βοηθησω.
Φυσικα, δεν εκανα τον κοπο να απαντησω. Ελευθερωσε επιτελους το παιδι, φροντιζοντας πρωτα να ριξει επανω της το πιο επιτιμητικο του βλεμμα. Ημουν σιγουρη πως η μικρη θα το εβαζε στα ποδια. Με διεψευσε.
-Ευχαριστω.
-Εισαι καλα; τη ρωτησα και την επιασα απο το χερακι της που ετρεμε. Εγνεψε καταφατικα, αλλα τα ματακια της ακομα δεν ειχαν στερεψει.
-Τι συνεβη θα μου πεις; Πως βρεθηκε στα χερια σου το κολιε μου;
-Κυρια, δεν ειμαι κλεφτρα! Αληθεια σας λεω!
-Σσσσς...σωπα...εγω δεν σε κατηγορησα για κατι. Περιμενω να μου πεις.
-Να, την ωρα που περνουσατε απο μπροστα μου, σας επεσε. Εγω το μαζεψα και σηκωθηκα να σας το δωσω. Και τοτε...
Παλι κλαματα, με λυγμους αυτη τη φορα. Δεν αντεξα, την αγκαλιασα σφιχτα. Δε με ενοιαζε ουτε η βρωμια στα ρουχα της, ουτε ο κοσμος που περνουσε και μας εβλεπε ουτε τιποτα αλλο. Με ενοιαζε μονο η τραυματισμενη ψυχη ενος αγγελου που μολις την ειχε αφησει στα ποδια μου. Με αγκαλιασε με ολη της τη δυναμη! Ποσο αναγκη το ειχαμε και οι δυο. Της χαϊδεψα το κεφαλι και την πηρα μαλακα να καθισουμε σε ενα πεζουλι. Μολις ηρεμησε λιγακι τη ρωτησα το ονομα της.
-Ευα.
-Ποσων χρονων εισαι Ευα;
-Εννιά.
-Σχολειο πας;
Δαγκωθηκε και χαμηλωσε το βλεμμα.
-Ξερετε, κυρια, εγω δεν μπορω να παω στο σχολειο.
-Γιατι δεν μπορεις;
-Να, ο μπαμπας και η μαμα μου δεν με αφηνουν. Πρεπει να βγαλω μου λενε χρηματα για να μπορεσουμε να ζησουμε. Ισως να εχουν και δικιο. Ηδη με το ζορι τρωμε...
Σφιχτηκε η ψυχη μου. Δεν ηξερα τι να της πω. Απο τη μια ηθελα να πνιξω αυτους τους γονεις, που με τοση ευκολια εβγαζαν το παιδι τους στη ζητιανια, μεσα στο δρομο, μεσα σε τοσους κινδυνους για να τους βγαλει λεφτα! Απο την αλλη, ποια ημουν εγω για να τους κρινω; Αν ηταν αληθεια κι οντως δεν ειχαν να φανε; Τι ηταν προτιμοτερο για την Ευα, να πηγαινει σχολειο η να τρωει;
Απο τις σκεψεις μου με εβγαλε η γλυκεια της φωνουλα.
-Να, κυρια, παρτε το ασημικο σας. Τοση ωρα το κρατουσε στο χερακι της. Τωρα, το ειχε απλωσει προς το μερος μου, αλλα τα ματια της ηταν καρφωμενα πανω του.
-Σ' αρεσει, Ευα;
-Πολυ! Ειναι πανεμορφο, το πιο ομορφο που εχω δει!
-Δικο σου! της απαντησα
Τιναξε το κεφαλι της και με κοιταξε με το πιο εκπληκτο βλεμμα που εχω δει!
-Κρατα το, της ξαναειπα.
-Αληθεια το λετε;
-Αληθεια.
-Και δεν θα βρω παλι τον μπελα μου;
-Οχι, βρε συ αφου στο χαριζω. Χαμογελασα. Μπορεις να το κανεις ο,τι θες. Να το φορας, να το χαρισεις στη μαμα σου, ακομα και να το πουλησεις.
-Οχι! ΠΟΤΕ δεν θα το πουλησω! Ποτε!
Ειχα φτασει στα ορια μου. Η συγκινηση με πλυμμηριζε σαν ορμητικο κυμα.
-Ακου Ευα. Ξερω ποσο τρομακτικος ειναι για σενα αυτος ο κοσμος. (Και ποσο αδικος ηθελα να πω, αλλα δεν το ειπα.) Ομως θελω παντα να θυμασαι πως δεν ειναι ολοι ανθρωποι κακοι. Υπαρχει και αγαπη και καλοσυνη στον κοσμο αυτο κι αν τωρα περνας δυσκολα, καποια μερα θα εισαι πολυ πολυ καλυτερα. Το υποσχεσαι;
-Το υποσχομαι...
Την εσφιξα ακομα μια φορα στην αγκαλια μου.
-Με λενα Αννα. Οταν το κοιτας να με θυμασαι.
Ειχα ηδη γυρισει προς το δρομο, οταν την ενιωσα να πηδαει, να κρεμεται σχεδον απο το λαιμο μου και να μου δινει ενα φιλι. Κι ηταν αληθεια ενα απο τα πιο γλυκα φιλια που μου εχουν δωσει ποτε.
-Θα σε θυμαμαι... μου ειπε. Κι ειχε ενα χαμογελο ζωγραφισμενο στο προσωπο της. Κι ειχε μεσα στο βλεμμα της την αληθεια.
Προχωρησα, μπηκα στο τρενο, πηγα στη δουλεια μου, γυρισα στο σπιτι, ειχα ακομα πανω μου την αισθηση απο το φιλακι της στο μαγουλο μου. Πηρα το γιο μου και τον αντρα μου τρυφερα στην αγκαλια μου.
Εχει περασει πολυς καιρος απο τοτε, μα ακομα με θυμαμαι να αναρρωτιεμαι, μεσα στην ομορφη οικογενειακη μας αγκαλια, "εκανα την καλη μου πραξη για σημερα;"
Η παραπανω ιστορια, παρολο που περιεχει αυτοβιογραφικα στοιχεια, ειναι προϊον μυθοπλασιας. Θα μπορουσε ομως καλλιστα να ειναι αληθινη. Την αφιερωνω στην Ευα, ενα χαμογελαστο μουτρακι που γνωρισα πριν χρονια σε μια υπογεια διαβαση στην Καλλιθεα. Την αφιερωνω σε ολα αυτα τα παιδια που η ζωη η ισως η κακια ακομα και των δικων τους ανθρωπων τους στερει την ευκαιρια για μαθηση, παιχνιδι, ξεγνοιασια. Ο Θεος να τα εχει καλα!
Η αναρτηση αποτελει μερος της συμμετοχης μου στο παιχνιδι 24 days' challenge του blog myStick land και συμμετεχουν τα εξης ιστολογια:
Εκλεισα πισω μου την πορτα και ξεκινησα. Καθως κατεβαινα απο το λεωφορειο για να μπω στο σταθμο του ηλεκτρικου, ακουσα μια λεπτη φωνουλα διπλα μου. "Δωσε κατι κυρια, να φαω κυρια". Δεν εστρεψα το βλεμμα, προχωρησα. Ενα λεπτο αργοτερα, την προσοχη μου τραβηξαν οι φωνες.
-Δεν ντρεπεσαι βρωμοκοριτσο!
-Αφηστε με, σας παρακαλω. Κυρια, κυρια σας παρακαλω!
Στην αρχη δεν το καταλαβα, αλλα το "κυρια" απευθυνοταν σε μενα. Πλησιασα. Ειχε μαζευτει κι αλλος κοσμος. Ενας αντρας μεσης ηλικιας, με γκριζα μαλλια και σκουφο, κρατουσε δυνατα απο το μπρατσο ενα κοριτσακι. Το ιδιο κοριτσακι που μου ειχε ζητησει χρηματα πριν λιγο. Θα 'ταν δεν θα 'ταν 8 χρονων. Αυτη εκλαιγε με λυγμους και πασχιζε να ξεφυγει. Ματαια ομως. Ο αντρας την ειχε αρπαξει για τα καλα και της φωναζε.
-Κλεφτρα!
-Δεν ειμαι κλεφτρα! Κυρια, κυρια! ειπε παλι.
Ειχα σαστισει, δεν ηξερα δεν καταλαβαινα γιατι αυτο το πλασματακι, με τα μακρυα ξανθα μαλλια πιασμενα αλογοουρα και τα βρωμικα ρουχα με φωναζε με τοση επιμονη. Και τοτε το ειδα να γυαλιζει αναμεσα στα μικροσκοπικα της δαχτυλα. Εφερα μηχανικα το χερι στο λαιμο μου. Ελειπε. Τοτε, το μικρο κοριτσι καταφερε να ξεφυγει κι ο αντρας την τραβηξε δυνατα απο τα μαλλια.
-Σταματα! Τι κανεις! του φωναξα
-Για μιλα, για πες στην κυρια τι εκανες βρωμοπαιδο.
-Κυρια...εγω...εσεις...να...δεν ειμαι κλεφτρα.... Τα ματια της ετρεχαν ποταμι.
-Αφηστε την σας παρακαλω.
Ο αντρας με κοιταξε απορημενος. Κρατουσε ακομα την κοτσιδα της στα χερια του. Ενιωσα μεσα μου την οργη να φουντωνει.
-ΑΦΗΣΕ ΤΗΝ! ουρλιαξα. Πως την τραβας ετσι! Δεν βλεπεις οτι ειναι παιδι!
-Χα! Ναι, να τη λυπηθουμε κιολας!
-Λοιπον, θα την αναλαβω εγω τωρα, ενταξει; Ευχαριστω για τον κοπο, αλλα δεν χρειαζομαι αλλη βοηθεια.
-Κατι τετοιες σαν εσενα χαλανε τον κοσμο. Εγω φταιω που πηγα να βοηθησω.
Φυσικα, δεν εκανα τον κοπο να απαντησω. Ελευθερωσε επιτελους το παιδι, φροντιζοντας πρωτα να ριξει επανω της το πιο επιτιμητικο του βλεμμα. Ημουν σιγουρη πως η μικρη θα το εβαζε στα ποδια. Με διεψευσε.
-Ευχαριστω.
-Εισαι καλα; τη ρωτησα και την επιασα απο το χερακι της που ετρεμε. Εγνεψε καταφατικα, αλλα τα ματακια της ακομα δεν ειχαν στερεψει.
-Τι συνεβη θα μου πεις; Πως βρεθηκε στα χερια σου το κολιε μου;
-Κυρια, δεν ειμαι κλεφτρα! Αληθεια σας λεω!
-Σσσσς...σωπα...εγω δεν σε κατηγορησα για κατι. Περιμενω να μου πεις.
-Να, την ωρα που περνουσατε απο μπροστα μου, σας επεσε. Εγω το μαζεψα και σηκωθηκα να σας το δωσω. Και τοτε...
Παλι κλαματα, με λυγμους αυτη τη φορα. Δεν αντεξα, την αγκαλιασα σφιχτα. Δε με ενοιαζε ουτε η βρωμια στα ρουχα της, ουτε ο κοσμος που περνουσε και μας εβλεπε ουτε τιποτα αλλο. Με ενοιαζε μονο η τραυματισμενη ψυχη ενος αγγελου που μολις την ειχε αφησει στα ποδια μου. Με αγκαλιασε με ολη της τη δυναμη! Ποσο αναγκη το ειχαμε και οι δυο. Της χαϊδεψα το κεφαλι και την πηρα μαλακα να καθισουμε σε ενα πεζουλι. Μολις ηρεμησε λιγακι τη ρωτησα το ονομα της.
-Ευα.
-Ποσων χρονων εισαι Ευα;
-Εννιά.
-Σχολειο πας;
Δαγκωθηκε και χαμηλωσε το βλεμμα.
-Ξερετε, κυρια, εγω δεν μπορω να παω στο σχολειο.
-Γιατι δεν μπορεις;
-Να, ο μπαμπας και η μαμα μου δεν με αφηνουν. Πρεπει να βγαλω μου λενε χρηματα για να μπορεσουμε να ζησουμε. Ισως να εχουν και δικιο. Ηδη με το ζορι τρωμε...
Σφιχτηκε η ψυχη μου. Δεν ηξερα τι να της πω. Απο τη μια ηθελα να πνιξω αυτους τους γονεις, που με τοση ευκολια εβγαζαν το παιδι τους στη ζητιανια, μεσα στο δρομο, μεσα σε τοσους κινδυνους για να τους βγαλει λεφτα! Απο την αλλη, ποια ημουν εγω για να τους κρινω; Αν ηταν αληθεια κι οντως δεν ειχαν να φανε; Τι ηταν προτιμοτερο για την Ευα, να πηγαινει σχολειο η να τρωει;
Απο τις σκεψεις μου με εβγαλε η γλυκεια της φωνουλα.
-Να, κυρια, παρτε το ασημικο σας. Τοση ωρα το κρατουσε στο χερακι της. Τωρα, το ειχε απλωσει προς το μερος μου, αλλα τα ματια της ηταν καρφωμενα πανω του.
-Σ' αρεσει, Ευα;
-Πολυ! Ειναι πανεμορφο, το πιο ομορφο που εχω δει!
-Δικο σου! της απαντησα
Τιναξε το κεφαλι της και με κοιταξε με το πιο εκπληκτο βλεμμα που εχω δει!
-Κρατα το, της ξαναειπα.
-Αληθεια το λετε;
-Αληθεια.
-Και δεν θα βρω παλι τον μπελα μου;
-Οχι, βρε συ αφου στο χαριζω. Χαμογελασα. Μπορεις να το κανεις ο,τι θες. Να το φορας, να το χαρισεις στη μαμα σου, ακομα και να το πουλησεις.
-Οχι! ΠΟΤΕ δεν θα το πουλησω! Ποτε!
Ειχα φτασει στα ορια μου. Η συγκινηση με πλυμμηριζε σαν ορμητικο κυμα.
-Ακου Ευα. Ξερω ποσο τρομακτικος ειναι για σενα αυτος ο κοσμος. (Και ποσο αδικος ηθελα να πω, αλλα δεν το ειπα.) Ομως θελω παντα να θυμασαι πως δεν ειναι ολοι ανθρωποι κακοι. Υπαρχει και αγαπη και καλοσυνη στον κοσμο αυτο κι αν τωρα περνας δυσκολα, καποια μερα θα εισαι πολυ πολυ καλυτερα. Το υποσχεσαι;
-Το υποσχομαι...
Την εσφιξα ακομα μια φορα στην αγκαλια μου.
-Με λενα Αννα. Οταν το κοιτας να με θυμασαι.
Ειχα ηδη γυρισει προς το δρομο, οταν την ενιωσα να πηδαει, να κρεμεται σχεδον απο το λαιμο μου και να μου δινει ενα φιλι. Κι ηταν αληθεια ενα απο τα πιο γλυκα φιλια που μου εχουν δωσει ποτε.
-Θα σε θυμαμαι... μου ειπε. Κι ειχε ενα χαμογελο ζωγραφισμενο στο προσωπο της. Κι ειχε μεσα στο βλεμμα της την αληθεια.
Προχωρησα, μπηκα στο τρενο, πηγα στη δουλεια μου, γυρισα στο σπιτι, ειχα ακομα πανω μου την αισθηση απο το φιλακι της στο μαγουλο μου. Πηρα το γιο μου και τον αντρα μου τρυφερα στην αγκαλια μου.
Εχει περασει πολυς καιρος απο τοτε, μα ακομα με θυμαμαι να αναρρωτιεμαι, μεσα στην ομορφη οικογενειακη μας αγκαλια, "εκανα την καλη μου πραξη για σημερα;"
Η παραπανω ιστορια, παρολο που περιεχει αυτοβιογραφικα στοιχεια, ειναι προϊον μυθοπλασιας. Θα μπορουσε ομως καλλιστα να ειναι αληθινη. Την αφιερωνω στην Ευα, ενα χαμογελαστο μουτρακι που γνωρισα πριν χρονια σε μια υπογεια διαβαση στην Καλλιθεα. Την αφιερωνω σε ολα αυτα τα παιδια που η ζωη η ισως η κακια ακομα και των δικων τους ανθρωπων τους στερει την ευκαιρια για μαθηση, παιχνιδι, ξεγνοιασια. Ο Θεος να τα εχει καλα!
Η αναρτηση αποτελει μερος της συμμετοχης μου στο παιχνιδι 24 days' challenge του blog myStick land και συμμετεχουν τα εξης ιστολογια:
mystickland
ΑπάντησηΔιαγραφήΝαι θα μπορούσε να ήταν αληθινή..
Με συγκίνησες..
Μια αγκαλιά σου στέλνω τρυφερό μου πλάσμα και να χαίρεσαι τη ζωή με τους αγαπημένους σου!
jogos gratis
juegos
Αχ! συγκινητική ιστορία, παρά τη μυθοπλασία..
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολλές φορές σκέφτομαι αυτά τα παιδιά, πραγματικά ο Θεός να τα φυλάει..
Καλό ξημέρωμα! Φιλάκια
Good to see you back girl :)
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα κλαίω πρωί πρωί, αχ τι με κάνεις.
ΑπάντησηΔιαγραφήΞέρεις βέβαια γιατί κλαίω..
Τι δύσκολο και για αυτά τα παιδιά, ο άτιμος ο αστυνομικός να μην καταλαβαίνει ότι το παιδάκι λέει την αλήθεια, συμβαίνει αλήθεια και αυτό είναι κακό.
Μπράβο πεταλουδίτσα μου πολύ σημαντική η ιστορία σου αληθινή όσο δεν παίρνει.
πολυ συγκινητικη ιστορια..οταν διαβασα το Αννα ,καταλαβα οτι δεν ειναι αληθινη..δυστυχως ή ευτυχως...
ΑπάντησηΔιαγραφήΤι κι αν δεν είναι αληθινή! Τόση ώρα διάβαζα και χαιρόμουν με τη στάση σου! Και μόνο που σκέφτηκες έτσι ...μου αρκεί!
ΑπάντησηΔιαγραφήΦιλιά πεταλουδίτσα μου!:)))
Βεβαια...ΑΣΥΝΕΙΔΗΤΑ..Εχεις κανει ΠΑΡΑ ΠΟΛΛΑ βηματα
ΑπάντησηΔιαγραφήΠΑΡΑ ΠΟΛΛΑ..Μεχρι να φτασεις στο σημειο αυτο που λες...
Για να ΜΠΟΡΕΙΣ να χαριζεις, με τοση αγαπη..Το πιο πολυτιμο σου κοσμημα...
Και δεν μιλαω για την αξια...
Μιλαω για την ιδιοκτησια...
@γιαγια Αντιγονη
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα εισαι καλα αγαπημενη γιαγια! Να χαιρεσαι την ομορφη οικογενεια σου!
@παλομα
ΑπάντησηΔιαγραφήΜυθοπλασια ναι, αλλα εμπνευσμενη απο τη ζωη. Μακαρι ολα τα παιδια του κοσμου να ειναι καλα!
@γρηγορης
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλως επεστρεψες!
@ποντικι
ΑπάντησηΔιαγραφήΞερω ποντικακι μου ξερω!
Δεν ηταν αστυνομικος, ενας περαστικος ηταν που θεωρησε δεδομενο οτι για να εχει στα χερια του ενα ζητιανακι ενα κοσμημα το εκλεψε! Οι ταμπελες που μας εχουν φαει.
Ποιος ξερει βεβαια; Ισως κι εγω αν δεν ειχα δει τοσα να σκεφτομουν ετσι. Μεγαλο πραγμα τα βιωματα, οπως και η ημιμαθεια...
Φιλια!
@craftland
ΑπάντησηΔιαγραφήΔυστυχως η ευτυχως... Ποσες φορες ομως εχω βρεθει στη θεση να κανω κατι και μετα να σκεφτομαι αν ηταν αρκετο, αν εκανα μια πραγματικα καλη πραξη η αν απλα καθησυχασα τις ενοχες και τη ματαιοδοξια μου...
Φιλακια!
@αριστεα
ΑπάντησηΔιαγραφήΜεγαλωνοντας βλεπεις και αναθεωρεις πολλα. Κι αν εχω μαθει κατι, ειναι παντα να συνεχισω να μαθαινω και να αναθεωρω. Η ιστορια αυτη εχει πισω της τεραστιους προβληματισμους μου που δεν ξερω πως αλλιως να τους εκφρασω...
Φιλια πολλα!
@μαχαιρης
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλωσορισες!
Η ιστορια δεν ειναι αληθινη. Ενδεχομενως και να μην το ειχα δωσει. Η και παλι ναι!
Αλλα οχι ασυνειδητα. Η ιδιοκτησια, με την εννοια που η εποχη μας της εχει δωσει, παντα με αφηνε αδιαφορη.Μπορω να αποχωριστω τα παντα, αρκει να μην με αναγκασει κανεις να το κανω, να ειναι επιλογη μου.
Καλο μεσημερι!
Γιατί νόμιζα ότι έχω αφήσει αδιάβαστη ανάρτηση!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠάει ...χάζεψα το δόλιο!
Φιλάκια!
@airis
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτο λες εσυ; Εγω ξεχναω τωρα τι ηθελα να κανω πριν δυο δευτερολεπτα! Αλτσχαϊμερ σου 'ρχομαι!!
Φιλακια!